➖ Από βήματος της ελληνικής βουλής, το 2010 όταν και αρνήθηκα να ψηφίσω το 1ο μνημόνιο, είχα δηλώσει ότι είμαι σοσιαλίστρια. Γιατί εάν δεν μπορείς να είσαι σοσιαλιστής μέσα στην κρίση, δηλαδή μέσα στην ιστορική και πολιτική συγκυρία που ωριμάζει τη δυνατότητα και τη σκοπιμότητα της δίκαιης αναδιανομής του πλούτου, τότε δεν μπορείς ποτέ να είσαι σοσιαλιστής, παρά μόνο νεοφιλελεύθερος.
➖ Ο ΣΥΡΙΖΑ, που επέλεξε να συγκυβερνήσει με το ακροδεξιό κόμμα του κ. Καμμένου, επικαλείται τις αριστερές του καταβολές καλώντας τους πολίτες να συνταχθούν σε μια δήθεν «προοδευτική συμμαχία», ενώ εφαρμόζει σκληρές νεοφιλελεύθερες πολιτικές που φτωχοποιούν το λαό της χώρας. Η μικροπολιτική αυτή επιλογή αποτελεί τον ορισμό του πολιτικού τυχοδιωκτισμού και συμβάλλει αναμφίβολα στην απαξίωση του πολιτικού συστήματος και των δημοκρατικών θεσμών. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι τόσο αριστερό κόμμα όσο σοσιαλδημοκρατικό ήταν και το κυβερνητικό ΠΑΣΟΚ την περίοδο των μνημονίων. Από άρθρο της Σοφίας Σακοράφα στην Εφημερίδα Πελοπόννησος - Newspaper Peloponnisos.
Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο εδώ:
Τα τελευταία χρόνια προβάλλεται διαρκώς η θεωρία, ότι ο διαχωρισμός μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς, που καθιερώθηκε από την εποχή της Γαλλικής Επανάστασης, για να διακρίνει δυο κυρίαρχες ιδεολογίες, δεν έχει τάχα λόγο να χρησιμοποιείται πλέον.
Αυτό είναι ένα τέχνασμα που υιοθετείται με ιδιαίτερη ένταση από τις δυνάμεις που έχουν προκαλέσει την μεγαλύτερη κρίση στην ανθρωπότητα, ακριβώς για να αποκρύψουν τις ευθύνες τους.
Σε μια συνταγματική δημοκρατία, η Δεξιά και Αριστερά αποδέχονται τους κανόνες του κοινοβουλευτικού παιχνιδιού και σέβονται τις συνταγματικές ελευθερίες. Η διαχωριστική γραμμή μεταξύ τους αφορά στο ζήτημα της ισότητας, της θεμελιώδους αρχής της δημοκρατικής οργάνωσης. Και ενώ η Δεξιά είναι εναντίον της ισότητας και προτείνει ή εφαρμόζει πολιτικές που οξύνουν τις ανισότητες των πολιτών, η Αριστερά θέτει την ισότητα ως πολιτικό της πρόταγμα, υιοθετεί και προωθεί πολιτικές που καταπολεμούν τις ανισότητες.
Ακριβώς γι’ αυτό το λόγο, ιδιαίτερα στη σημερινή περίοδο οξυμένης κρίσης, η ιδεολογική ταυτότητα είναι απόλυτα απαραίτητη ώστε οι πολίτες να κατανοούν πλήρως τη σημασία, τη δυναμική αλλά και την αναγκαιότητα τον επιλογών τους. Από βήματος της ελληνικής βουλής είχα δηλώσει ότι είμαι σοσιαλίστρια. Γιατί εάν δεν μπορείς να είσαι σοσιαλιστής μέσα στην κρίση, δηλαδή μέσα στην ιστορική και πολιτική συγκυρία που ωριμάζει τη δυνατότητα και τη σκοπιμότητα της δίκαιης αναδιανομής του πλούτου, τότε δεν μπορείς ποτέ να είσαι σοσιαλιστής, παρά μόνο νεοφιλελεύθερος.
Ακριβώς λοιπόν αυτή η έλλειψη ξεκάθαρης ταυτότητας από το πολιτικό προσωπικό στην πράξη και όχι στη θεωρία, τρέφει τον μύθο της αποϊδεολογικοποίησης της πολιτικής. Το έλλειμμα ήθους και η επαγγελματοποίηση της πολιτικής συμβάλλει ουσιαστικά σε αυτή την κατεύθυνση. Ο πολίτης έχει κουραστεί να βλέπει επαγγελματίες πολιτικούς να επιδίδονται σε άγρα ψήφων αλλάζοντας ιδεολογίες και κομματική στέγη ανάλογα με το που «οραματίζονται» την πολιτική τους επιβίωση. Αντίστοιχη πολιτική ασκούν και τα ίδια τα κόμματα. Και χαρακτηριστικό σχετικό παράδειγμα αποτελεί η σημερινή κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, που επέλεξε να συγκυβερνήσει με το ακροδεξιό κόμμα του κ. Καμμένου, επικαλείται συχνά τις αριστερές του καταβολές καλώντας τους πολίτες να συνταχθούν σε μια «προοδευτική συμμαχία», ενώ εφαρμόζει σκληρές νεοφιλελεύθερες πολιτικές που φτωχοποιούν το λαό της χώρας. Η μικροπολιτική αυτή επιλογή αποτελεί τον ορισμό του πολιτικού τυχοδιωκτισμού και συμβάλλει αναμφίβολα στην απαξίωση του πολιτικού συστήματος και των δημοκρατικών θεσμών. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι τόσο αριστερό κόμμα όσο σοσιαλδημοκρατικό ήταν και το κυβερνητικό ΠΑΣΟΚ την περίοδο των μνημονίων. Το άγχος της επιβίωσης του πολιτικού προσωπικού έχει δημιουργήσει ένα πολιτικοιδεολογικό βέρτιγκο στον δημόσιο λόγο, με αποτέλεσμα οι πολίτες της χώρας να απαξιώνουν συλλήβδην το πολιτικό σύστημα και να μη βρίσκουν νόημα στο να στηρίξουν κάποια ιδεολογία.
Προσωπικά δεν υπολόγισα ποτέ και δεν υπολογίζω προσωπικό πολιτικό κόστος. Συγκρούστηκα με κόμματα που συνεργάστηκα στη βάση κοινών αρχών και στόχων όταν αυτά καταπάτησαν και τα δύο και διέρρηξα σχέσεις με ανθρώπους που συμπορεύτηκα, για τους ίδιους λόγους. Πίστευα και είναι φανερό πλέον, ότι τα μνημόνια, η επιτομή των νεοφιλελεύθερων πολιτικών, καταστρέφουν τις παραγωγικές δυνάμεις της χώρας και την ερημοποιούν, φτωχοποιούν τους πολίτες και αποσυνθέτουν την Ευρώπη. Πιστεύω ότι υπάρχει δυνατότητα εφαρμογής άλλης, εφικτής πολιτικής και γι΄αυτήν παλεύω.