Στην ελληνική πολιτική ιστορία, η δημοκρατική-προοδευτική προοπτική της χώρας έπεφτε πάντα θύμα της εφευρετικότητας των κέντρων εξουσίας, μέσα και έξω από τη χώρα, για την επιβολή συγκυριακών εκλογικών συστημάτων.
Αυτός ο λαός έχει υποστεί κάθε είδους “ενισχυμένες” αναλογικές, μέχρι το αλήστου ιστορικής μνήμης τριφασικό, εκλογικά συστήματα που μπορούσαν να πετύχουν το 1ο κόμμα να έχει λιγότερες έδρες από το 2ο κ.ο.κ. Χάρη στην παγκόσμια πρόοδο, τις τελευταίες δεκαετίες η εφευρετικότητα περιορίζεται, κυρίως, σε δυο σημεία αυθαιρεσίας: στο όριο εισόδου στη Βουλή, που ακυρώνει εκατοντάδες χιλιάδες ψήφους πολιτών και τους στερεί την εκπροσώπηση, και στον αριθμό του ληστρικού μπόνους, που χαρίζει στο πρώτο κόμμα έδρες, που δεν αντιστοιχούν στη ψήφο των πολιτών.
Αυτές οι μεθοδεύσεις καλύπτονται πάντα πίσω από μια πολιτική ψευτοεπιχειρηματολογία, που δηλώνει απροσχημάτιστα ότι η δημοκρατική λαϊκή έκφραση έρχεται σε δεύτερη μοίρα. Ότι υποχωρεί μπροστά στην προβαλλόμενη ανάγκη για “ισχυρές κυβερνήσεις”. “Ισχυρή” θεωρείται η μονοκομματική κυβέρνηση, που στηρίζεται σε έδρες όσο χρειάζεται αναντίστοιχες προς τη λαϊκή ψήφο, που υποτίθεται ότι είναι ιερή για τη Δημοκρατία. Έτσι, οι μειοψηφίες στο λαό γίνονται παντοδύναμες πλειοψηφίες στη Βουλή και δημιουργούνται κατά πλάσμα δικαίου οι μειοψηφικές αλλά αυτοδύναμες κυβερνήσεις. Ο μύθος της μονοκομματικής ισχυρής Κυβέρνησης εξυπηρετεί στην πραγματικότητα έναν και μόνο σκοπό: τη δυνατότητα ανέλεγκτης άσκησης εξουσίας από μία κυβέρνηση, που, αν και μειοψηφική, “δικαιούται” πλέον να λαφυραγωγεί το κράτος.
Αυτό που αποτελεί κανόνα λειτουργίας σε όλες τις δημοκρατίες της Ευρώπης, οι κυβερνήσεις συνεργασίας, παρουσιάζεται από την ελληνική αταβιστική και εξουσιομανή δεξιά, μέσω του κ. Μητσοτάκη, σαν “τερατογένεση”. Στην πραγματικότητα προτάσσει, με περισσή αυταρέσκεια αλλά και ιδιοτέλεια, ένα κατασκευασμένο δίλημμα : Ή Εγώ ανεξέλεγκτος ή το Χάος! Αυτό το πλασματικό δίλημμα είναι η έσχατη θέση άμυνας μιας κυβέρνησης που έχει πλήρη συναίσθηση των συνεπειών της πολιτικής της για την κοινωνία.
Σε αυτό το πλαίσιο, αναδεικνύεται, σήμερα περισσότερο από ποτέ, μια θεμελιώδης υποχρέωση για την Αριστερά και την προοδευτική παράταξη γενικότερα : Να υποστηρίξει εμπράκτως τις δημοκρατικές εξελίξεις με βάση την ανόθευτη έκφραση της λαϊκής ψήφου, όπως αυτή αποτυπώνεται και κοινοβουλευτικά, μέσω της απλής αναλογικής.
Αυτό όμως, δεν σημαίνει υποχρεωτικότητα στις συνεργασίες. Οι συνεργασίες χωρίς αρχές και χωρίς κοινό προσυμφωνημένο πρόγραμμα αποτελούν – και αυτές – μία άλλη μορφή απάτης στη διακυβέρνηση, όσο και η κατασκευή μειοψηφικών μονοκομματικών κυβερνήσεων.
Μπροστά στην επίθεση που έχει εξαπολύσει εναντίον της κοινωνίας η Κυβέρνηση Μητσοτάκη, είναι απόλυτα φυσικό να αναδεικνύεται η ανάγκη για την προοπτική της λεγόμενης “προοδευτικής συγκυβέρνησης”.
Στο ΜέΡΑ 25, εδώ, είμαστε καθαροί : Δεν υπάρχει περίπτωση να γίνουμε συμμέτοχοι σε μια διαδικασία διακυβέρνησης χωρίς δεσμεύσεις. Πολύ περισσότερο, δεν πρόκειται να συνεργήσουμε σε καμία κυβέρνηση που, επικαλούμενη δυσκολίες και αυταπάτες, θα προδώσει για μία ακόμα φορά την εμπιστοσύνη του ελληνικού λαού.
Λέμε Όχι στα μετεκλογικά παζάρια και στις παρασκηνιακές συναλλαγές. Και προτείνουμε, σε βαθμό απαίτησης, δηλαδή σαν αναγκαία προϋπόθεση για δική μας συμμετοχή, την προεκλογική προγραμματική συμφωνία. Έχουμε θέσει, και με απόφαση του Συνεδρίου μας, τα 7+1 κομβικά για εμάς σημεία πολιτικού προγράμματος, τα οποία θεωρούμε αναγκαία για την επόμενη μέρα στην Ελλάδα. Αυτά δεν τα θέτουμε για να επιβάλλουμε το πρόγραμμά μας σε οποιοδήποτε άλλο κόμμα. Θεωρούμε ότι αποτελούν τις αναγκαίες προτεραιότητες, ως προς τις οποίες πρέπει να υπάρξει διάλογος για να προκύψει, με βάση αυτές και όχι με την υποχρεωτική αποδοχή όλων, η οποιαδήποτε προγραμματική συμφωνία.
Όχι, λοιπόν, στις λευκές επιταγές. Κυβερνητικό πρόγραμμα και με εχέγγυα ότι θα τηρηθεί. Όχι άλλη νοσηρότητα στο ελληνικό πολιτικό σύστημα. Δεν έχει περιθώρια πια ούτε η χώρα ούτε ο λαός της. Σε λίγο η κατάσταση θα είναι μη αναστρέψιμη.
ΑΡΘΡΟ Σοφίας Σακοράφα - ΕΦ. DOCUMENTO 15.09.2022