Ευχαριστώ πολύ, κύριε Πρόεδρε.
Τους δύο Πρέσβεις της Φινλανδίας και της Σουηδίας θα τους καλωσορίσω κι εγώ στο ελληνικό Κοινοβούλιο.
Θα μου επιτρέψετε, κύριοι συνάδελφοι, να κάνω μια ιδιαίτερη μνεία στην Πρέσβη της Φινλανδίας, διότι ιδιαίτεροι δεσμοί και σχέσεις με δένουν με τη χώρα της Φινλανδίας, μιας και την εποχή της αθλητικής μου πορείας συναγωνίζονταν μια μεγάλη Φινλανδή ακοντίστρια, την Τίνα Λίλακ.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, τα βασικά προβλήματα του σημερινού κόσμου είναι η κλιματική κρίση και η πολεμική κλιμάκωση με όλες τους τις συνέπειες. Εστίες πολέμου ξεφυτρώνουν κάθε τόσο και προδιαγράφονται απ’ ό,τι φαίνεται και άλλες. Μετά από πολλές δεκαετίες ζούμε πόλεμο στην ίδια την Ευρώπη.
Στα πιο φτωχά μέρη του πλανήτη εντείνεται η πείνα, αλλά εντείνεται και η προσφυγιά και στον πλουσιότερο κόσμο η ενεργειακή κρίση επιτείνει δραματικά τις κοινωνικές ανισότητες, με κύριο θύμα τους ευάλωτους και τους αδύναμους, αλλά και με δραστική υποβάθμιση μεγάλων τμημάτων της μεσαίας τάξης.
Η διεθνής συνεργασία είναι σχεδόν ανύπαρκτη. Η διπλωματία είναι περισσότερο νεκρή και από τον Μιχαήλ Γκορμπατσόφ. Το είπα και στην επιτροπή. Είναι πολιτικά παράδοξο ότι στην κηδεία του Γκορμπατσόφ από όλο το ενεργητικό πολιτικό προσωπικό της Δύσης που τόσο τον αγάπησε και τον τίμησε, ο μόνος που ήταν εκεί ήταν ο Όρμπαν.
Από τις σημερινές ηγεσίες των Ηνωμένων Πολιτειών, της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Μεγάλης Βρετανίας δεν βρέθηκε κανένας υπουργός, έστω ένας σύμβουλος παρών.
Κύριε Υπουργέ, αν και είχατε την ευγένεια να μου απαντήσετε, η αναφορά μου προφανώς και δεν αφορούσε στην ελληνική Κυβέρνηση, γιατί γνωρίζω προσωπικά και τη δράση, αλλά και την κινητικότητά σας.
Όλοι θυμόμαστε την εποχή που όλοι οι ιστορικοί ηγέτες της Δύσης μαζί με τον τελευταίο σοβιετικό μιλούσαν για το ευρωπαϊκό μας σπίτι, από τη Λισαβόνα μέχρι το Βλαδιβοστόκ, χωρίς στρατιωτικούς συνασπισμούς. Η σημερινή πραγματικότητα όμως τα διαψεύδει όλα αυτά.
Οι κίνδυνοι για την κλιματική, αλλά και για την πυρηνική καταστροφή επιβάλλουν άμεσα μια πραγματική συνεννόηση των λεγόμενων «μεγάλων», Ηνωμένων Πολιτειών, Ρωσίας και Κίνας, όσο δύσκολο και αν μοιάζει αυτό.
Ο στόχος λοιπόν πρέπει να είναι ένας: ανακωχή. Προς το παρόν όμως είμαστε μακριά ακόμα και από την εκεχειρία. Η στοιχειώδης κατανόηση των συμφερόντων ασφαλείας της Ρωσίας από την αρχή ακόμα της κρίσης θα οδηγούσε σε μια ουδέτερη και ειρηνική λύση στην Ουκρανία. Η Δύση έχει προφανώς ευθύνες γι’ αυτήν την παράλειψη. Η Ρωσία αντιμετωπίστηκε αλαζονικά, αν και είναι υπερδύναμη, και παρότι ένα μεγάλο μέρος της Δύσης έχει ήδη επιλέξει να εξαρτάται ενεργειακά από αυτήν.
Τέτοιου είδους προκλήσεις και μάλιστα, χωρίς τις αναγκαίες προπαρασκευαστικές ενέργειες, δεν μπορούν παρά να έχουν αρνητικές συνέπειες. Κινδυνεύουν σοβαρά λοιπόν να καταγραφούν ιστορικά σαν απόλυτα αποτυχημένες επιλογές.
Ο Νόαμ Τσόμσκι είπε σε μια συνέντευξή του για τον πόλεμο στην Ουκρανία: «Πράγματι, ο πόλεμος ήταν θείο δώρο για τη βιομηχανία ορυκτών καυσίμων, καθώς οι εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου αποκομίζουν ιστορικά κέρδη, ενώ οι οικογένειες σε όλο τον κόσμο παλεύουν με το αυξανόμενο ενεργειακό κόστος». Στην ίδια συνέντευξη είπε και κάτι ακόμα: «Ο άκρατος απολίτιστος καπιταλισμός αποτελεί τη θανατική ποινή για το ανθρώπινο είδος».
Έτσι είναι, κύριοι συνάδελφοι. Εκεί οδηγεί η ανεξέλεγκτη κυριαρχία του κέρδους, η διαρκής ενίσχυση του ανώνυμου κεφαλαίου της παγκόσμιας ολιγαρχίας και η ανάδειξη ιδίως στις ισχυρές χώρες πολιτικών δυνάμεων που λειτουργούν με στόχο την παγκόσμια κυριαρχία, μακριά από κάθε αντίληψη διεθνούς συνεργασίας.
Το ΝΑΤΟ υποτίθεται ότι ιδρύθηκε στο πλαίσιο της Χάρτας του ΟΗΕ με βάση την υποχρέωση για ειρηνική διευθέτηση των διαφορών και αποχή από τη χρήση της βίας. Από το 1999, από την αδιανόητη πολεμική επιχείρηση για τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας και μετά, επί δεκαετίες το ΝΑΤΟ αναλώνεται σε επιθέσεις εναντίον χωρών που δεν απείλησαν ποτέ κανένα μέλος του.
Αυτό από μόνο του δείχνει και το μέγεθος της υποκρισίας του τίτλου του δήθεν αμυντικού οργανισμού. Πρόκειται για απάτη. Το ΝΑΤΟ είναι το ακριβώς αντίθετο. Δεν είναι αμυντικός μηχανισμός, αλλά είναι απροκάλυπτα επιθετικός οργανισμός. Κι όμως, μετά από είκοσι χρόνια αποτυχημένης εξαγωγής δημοκρατίας, παραδείγματος χάριν στο Αφγανιστάν, στο Ιράκ, στη Λιβύη, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Δύση ονειρεύονται παραλογιζόμενοι τον μονοπολικό κόσμο του 1990.
Σε αυτό το πλαίσιο καλούμαστε σήμερα να υπερψηφίσουμε τη νατοϊκή διεύρυνση με Φινλανδία και Σουηδία. Να, λοιπόν ποιο είναι το κρίσιμο ερώτημα για εμάς και για τον ελληνικό λαό. Θέλουμε να ενισχύσουμε έναν επικίνδυνο επιθετικό οργανισμό σαν το ΝΑΤΟ με τις δύο αυτές χώρες; Εμείς λέμε όχι. Γιατί; Για συγκεκριμένους λόγους.
Διότι έτσι θα κλιμακωθεί και θα επεκταθεί η σύγκρουση Δύσης με Ρωσία στη Βόρεια Ευρώπη, διότι έτσι θα περικυκλωθεί ακόμα περισσότερο η Ρωσία με νατοϊκές δυνάμεις ακόμα και στα σύνορα με τη Φινλανδία, διότι έτσι θα πλησιάσουμε ακόμη περισσότερο σε έναν πυρηνικό πόλεμο.
Θυμίζω ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες ποτέ και σε καμία φάση δεν αποστασιοποιήθηκαν από την επιλογή προληπτικής χρήσης του πυρηνικού οπλοστασίου τους. Θα περιοριστεί λοιπόν η Ρωσία στη Βαλτική γιατί έτσι θα διευρυνθεί η νατοϊκή παρουσία στον Αρκτικό Ωκεανό και μάλιστα, τώρα που λιώνουν οι πάγοι και ανοίγονται νέοι στρατηγικοί δρόμοι.
Διότι έτσι θα ενταθούν ακόμα περισσότερο οι στρατιωτικοί εξοπλισμοί, διότι έτσι θα συνδεθεί εξοπλιστικά όλη η Δύση με συστήματα που θα μπορούν να πλήξουν Ρωσία και Κίνα που είναι οι κύριοι εχθροί τους, διότι έτσι θα ενισχυθούν ακόμη περισσότερο τα αυταρχικά και τα πιεστικά καθεστώτα που στηρίζουν τη λεγόμενη σωστή πλευρά της ιστορίας, όπως παραδείγματος χάρη το Ισραήλ και η Σαουδική Αραβία, διότι έτσι θα ενταθεί η ενεργειακή κρίση στην Ευρώπη, αλλά και η επισιτιστική και η προσφυγική κρίση, διότι έτσι θα διαλυθεί η μεσαία τάξη στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Γι’ αυτό λοιπόν με συναίσθηση της ευθύνης όλων μας για τις συνέπειες της διεύρυνσης του ΝΑΤΟ, ψηφίζουμε «όχι».
Σας ευχαριστώ πάρα πολύ, κύριε Πρόεδρε.