O κλοιός των τουρκικών απαιτήσεων σφίγγει όλο και περισσότερο γύρω από την Ελλάδα και την Κύπρο. Η Τουρκία, εκμεταλλευόμενη τους συσχετισμούς συμφερόντων στην περιοχή, κατακτά τη συγκυριακή ανοχή κρίσιμων “παικτών” στις εκάστοτε κινήσεις της. Έτσι, επιτυγχάνει τη διαρκή κλιμάκωση της πολιτικής της. Ο μύθος της διεθνούς απομόνωσης της Τουρκίας απευθύνεται σε αφελείς αποδέκτες.
Εξίσου αφελής είναι και η προσδοκία οικονομικής κατάρρευσης της Τουρκίας. Η οικονομική κρίση στην Τουρκία δεν προσφέρεται για να εξαρτήσουμε από αυτήν την τύχη των εθνικών μας συμφερόντων. Και αυτό όχι μόνο γιατί η Τουρκία, σε κάθε κρίσιμη περίσταση, θα έχει την σωτήρια υποστήριξη ισχυρών αραβικών κεφαλαίων.
Στην πραγματικότητα, η τουρκική οικονομική κρίση δεν αφορά μόνο στην Τουρκία. Σε αυτήν μετέχουν, εκ των πραγμάτων, και όλες οι ιδιωτικές τράπεζες, οπουδήποτε στον κόσμο, που συναλλάσσονται με την τουρκική οικονομία, με ένα νόμισμα σε διαρκή ξέφρενη υποτίμηση και χωρίς ορατή προοπτική ανάκαμψης. Μετέχουν, επίσης, και όλες οι κεντρικές τράπεζες των αντίστοιχων χωρών, που κινδυνεύουν να υποχρεωθούν να καλύψουν τις ταμειακά εκτεθειμένες τράπεζές τους. Επομένως, σ’ αυτή την κρίση μετέχουν όλα αυτά τα κράτη και οι κυβερνήσεις τους, με προεξάρχουσες αυτές των ΗΠΑ, Ε.Ε., Ρωσίας, Κίνας κλπ.. Με αυτήν την αλληλεξάρτηση, ο Ερντογάν μπορεί να είναι βέβαιος ότι όλοι αυτοί οι συμμέτοχοι των κινδύνων, για να προστατεύσουν τουλάχιστον τα δικά τους συμφέροντα, θα κάνουν ο,τιδήποτε για να μην επιτρέψουν τον εκτροχιασμό της κατάστασης.
Βρισκόμαστε ήδη σε ένα πρώιμο στάδιο ελληνοτουρκικού διαλόγου, πιεζόμενοι προς τούτο και από τον περίφημο “διεθνή παράγοντα”, με διάφορους επίδοξους επιδιαιτητές, που διεκδικούν ρόλο για την εξυπηρέτηση των δικών τους συμφερόντων.
Η Τουρκία, εντελώς προβλέψιμα, προσθέτει διαρκώς ζητήματα στη διαπραγματευτική θεματολογία, πέρα από την υφαλοκρηπίδα και τις ΑΟΖ (εναέριος χώρος, αποστρατιωτικοποίηση νησιών κλπ.). Εξάλλου, έχει παρακαταθέσει προ πολλού το casus belli για το ελληνικό κυριαρχικό δικαίωμα επέκτασης του θαλάσσιου χώρου στα 12 ν.μ., αλλά και την αμφισβήτηση της κυριαρχίας στις διαβόητες “γκρίζες ζώνες”.
Θέτει, πλέον, θέμα και για το Καστελλόριζο, αφού το σύμπλεγμα της Μεγίστης αποτελεί το πρώτο εμπόδιο για το επεκτατικό σχέδιο της τουρκικής στρατοκρατίας με το δόγμα της “Γαλάζιας Πατρίδας”. Γι’ αυτό και ενεργοποιεί το “Ορούτς Ρέις” μέσα στη ζώνη των 12 ν.μ. και στην περιοχή της δεδομένης – αν και μη οριοθετημένης – ελληνικής υφαλοκρηπίδας.
Η δική μας στάση δεν είναι απλώς αναποτελεσματική. Έχει ήδη αποδειχθεί ότι έχει αρνητικά αποτελέσματα.
Η τακτική του “δεδομένου και προβλέψιμου συμμάχου”, στην οποία επαναπαύεται η ελληνική κυβέρνηση, είναι εξ ορισμού καταδικασμένη, γιατί παραγνωρίζει τα ίδια συμφέροντα των δήθεν συμμάχων. Η διαχρονική στάση της Ε.Ε., με προεξάρχουσα τη Γερμανία, αναδεικνύει πολύ παραστατικά την ποιότητα των αποτελεσμάτων τέτοιων πολιτικών επιλογών.
Εξάλλου, η εντεταλμένη πρόσδεση της Ελλάδας σε συμμαχία με το Ισραήλ, υπό την εποπτεία των ΗΠΑ, αποστέρησε τη χώρα μας από την ιστορική συμμαχία όλων των αραβικών κρατών, την οποία όχι μόνο απεμπολήσαμε αλλά και παραδώσαμε στον Ερντογάν. Και σε αυτό έχουν ευθύνη όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις των τελευταίων ετών.
Σήμερα επιβάλλεται επιτακτικά ο αναπροσανατολισμός της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Είναι αδήριτη υποχρέωση, γιατί οι ώρες είναι κρίσιμες και τα διακυβεύματα καταλυτικά για το μέλλον της χώρας μας και την τύχη των εθνικών μας συμφερόντων.
Οι θέσεις του ΜέΡΑ25 εναντίον των εξορύξεων και η πρότασή μας για διεθνή Διάσκεψη όλων των χωρών της Αν. Μεσογείου, για τη διευθέτηση των ΑΟΖ, αναδεικνύει την Ελλάδα ως πόλο ειρήνης στην περιοχή και, ταυτόχρονα, αποστερεί το πεδίο δράσης των πολιτικών και οικονομικών συμφερόντων κάθε ιδιοτελούς τρίτου.