«Το νέο Ευρωπαϊκό Σχέδιο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο και οι ελληνικές θέσεις»
Κύριε Πρόεδρε σας ευχαριστώ!
Το νέο Ευρωπαϊκό Σχέδιο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο, όπως παρουσιάζεται, είναι προφανώς ανεπαρκές. Και είναι ανεπαρκές και επειδή βασίζεται σε λανθασμένες παραδοχές, πέρα από τις εγγενείς αδυναμίες της ευρωπαϊκής πολιτικής στους συγκεκριμένους τομείς. Ειδικότερα, θέτει χωρίς ιεράρχηση τις βάσεις αντιμετώπισης των κρίσιμων ζητημάτων αλλά και χωρίς να ανταποκρίνεται στοιχειωδώς σε αυτές.
Αναφέρομαι κατ’ αρχήν στο διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο. Αλλά και στην πραγματική κατάσταση των μεταναστευτικών πιέσεων στις χώρες που τα σύνορά τους αποτελούν τα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ.
Και μάλιστα, ενώ υποτιμά τις πιέσεις που δέχονται αυτές οι χώρες, παράλληλα, φαίνεται να υπερτιμά, αδικαιολόγητα, τις ανησυχίες των χωρών του Βίζεγκραντ για μεταναστευτικές πιέσεις, τις οποίες αυτές οι χώρες δεν υφίστανται.
Θα έλεγα ότι, εάν δεν επρόκειτο για καίριο, και πολύ βαρύ σφάλμα, θα μπορούσε κανείς να χαρακτηρίσει αριστοτεχνική αυτή την υποτίμηση των αξιών του νομικού μας πολιτισμού, όπως συνδυάζεται με την καταφανή παραποίηση της πραγματικότητας.
Ας ξεκινήσουμε με τον πρώτο πυλώνα της πρότασης της Επιτροπής, που αναφέρεται σε πιο αποτελεσματικές διαδικασίες ελέγχου, πριν την είσοδο.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι υπάρχουν, πράγματι, μεγάλα περιθώρια βελτίωσης, με πιο αποτελεσματικές διαδικασίες. Όμως, όλοι γνωρίζουμε την αμείλικτη πραγματικότητα : Ήδη εκκρεμούν, προς εξέταση, δεκάδες χιλιάδες συσσωρευμένες αιτήσεις ασύλου.
Απέναντι σε αυτήν τη διαμορφωμένη κατάσταση, θα ήταν, οπωσδήποτε, πολύ θετική η αύξηση των επιτροπών εξέτασης. Όπως, επίσης, και η στελέχωσή τους και με ιδιώτες νομικούς, ιδίως στη φάση των προκαταρκτικών εργασιών.
Όμως, και για τις επόμενες – μάλλον πιο απαιτητικές – φάσεις, θα μπορούσε να προβλεφθεί η συμμετοχή συνταξιούχων δικαστών ή και υπαλλήλων με πτυχίο νομικής, οι οποίοι θα μπορούσαν να συμβάλλουν ουσιαστικά στην απεμπλοκή των διαδικασιών, προφανώς έναντι αμοιβής. (Σημειώνω ότι για τους συνταξιούχους θα πρέπει να αντιμετωπισθεί και ειδική νομοθετική πρόβλεψη, για τη μη περικοπή της σύνταξής τους, λόγω της αμειβόμενης αυτής πρόσθετης απασχόλησης).
Όλα αυτά, βέβαια, προϋποθέτουν ότι η χώρα μας θα πρέπει να διεκδικήσει ένα μεγαλύτερο μερίδιο στους πόρους που διατίθενται για αυτές τις διαδικασίες από την Ε.Ε. Και, σε κάθε περίπτωση, αυτοί πρέπει να αυξηθούν σημαντικά.
Ας έλθουμε στον δεύτερο πυλώνα, τη Δίκαιη κατανομή ευθύνης και αλληλεγγύης. Προβλέπεται η δυνατότητα, στις χώρες που δεν επιθυμούν να μεταφέρουν πρόσφυγες στο έδαφός τους, να αναλαμβάνουν αυτές το κόστος επιστροφής, για όσους δεν δικαιούνται να παραμείνουν στην Ε.Ε.
Όμως, στο σημείο αυτό, αφενός μεν δεν υπάρχει καμία συγκεκριμένη αναφορά για την εξασφάλιση της ορθής και αποτελεσματικής εφαρμογής αυτών των κανόνων ενώ, Αφετέρου, υπάρχει και ένα κρίσιμο θεσμικό κενό : Τι θα συμβεί, αλήθεια, αν οι περισσότερες χώρες επιλέξουν αυτό το δρόμο;
Όσον αφορά στον τρίτο πυλώνα, τη Συνεργασία με τις χώρες εκτός ΕΕ : Η πρόταση της Επιτροπής έχει στην ουσία περιεχόμενο μιας απλής έκθεσης ιδεών. Πάντως, περιλαμβάνει περίπλοκες διαδικασίες, με τη θέσπιση και χρήση και ενός ενδιάμεσου θεσμού, του Συντονιστή Επιστροφών. Εδώ διαφαίνεται ότι ο πρώτος στόχος είναι η προνομιακή ενίσχυση της Τουρκίας.
Εν τω μεταξύ, απουσιάζει κάθε πρόβλεψη για οιαδήποτε συνεργασία με τρίτες χώρες με στόχο τη δημιουργία κέντρων υποδοχής εκτός Ευρωπαϊκού εδάφους, για την εξέταση αιτημάτων ασύλου.
Αν η Ε.Ε. είχε πραγματικό – και όχι μόνο υποκριτικό ενδιαφέρον – για τη σωτηρία των ανθρώπων, που αναγκάζονται να διακινδυνεύουν τη ζωή τους για να περάσουν από τα εξωτερικά σύνορά της, θα είχε ενεργοποιήσει διαφορετικά την FRONTEX. Η FRONTEX θα ήταν πραγματικά χρήσιμη, εάν – τουλάχιστον – πραγματοποιούσε περιπολίες από κοινού με την τουρκική Ακτοφυλακή, στα μικρασιατικά παράλια, ώστε να αποτρέπεται ο απόπλους και η κυκλοφορία των πλοιαρίων, με τα οποία διακινδυνεύουν τη ζωή τους όσοι επιχειρούν να εισέλθουν.
Δεν έχει νόημα να συζητάει κανείς για πιθανολογούμενη μελλοντική άρνηση της Τουρκίας. Το ουσιαστικό – και απολύτως χαρακτηριστικό – είναι ότι η Ε.Ε. δεν έχει καν θέσει το ζήτημα. Εξάλλου, θα μπορούσε να συνδέσει με τέτοιους όρους και τη ροή της μεγάλης οικονομικής βοήθειας προς την Τουρκία.
Εντέλει, για λόγους αρχής (ανθρωπιστικούς, πολιτικούς και οικονομικούς), η Ε.Ε. οφείλει να εξασφαλίσει ότι ο Ερντογάν δεν θα έχει τη δυνατότητα να εκβιάζει ανοιγοκλείνοντας τη στρόφιγγα των ανθρώπινων ροών. Στον τομέα αυτό, πρέπει, επιτέλους, και η ελληνική κυβέρνηση να αναλάβει πρωτοβουλίες στο πλαίσιο της Ε.Ε.. Είναι δεδομένο ότι, σε αυτήν την κατεύθυνση, υπάρχουν σημαντικά περιθώρια για τη σύναψη συμμαχιών.
Τέλος, αναγκαία – αλλά και αναμφισβήτητη – είναι η διαπίστωση ότι με τη μετανάστευση και το άσυλο συνδέονται και οικονομικά συμφέροντα. Και η Ε.Ε. δεν πρέπει να έχει καμία ανοχή , πρέπει να σκληρύνει τη στάση της , απέναντι στους διακινητές. Εδώ, δεν πρέπει να παραβλέπουμε και το πολιτικό στοιχείο : Τα χρήματα των διακινητών αποτελούν «άδηλους πόρους», και σε πολλές περιπτώσεις πολύτιμο συνάλλαγμα για κάποιες χώρες. Ιδιαίτερα, μάλιστα, για την Τουρκία, που σήμερα αντιμετωπίζει πολύ συγκεκριμένα οικονομικά προβλήματα.
Πέρα από αυτά, θα πρέπει να εξεταστεί η πραγματική απόδοση της λειτουργίας των ΜΚΟ στο προφυγικό-μεταναστευτικό.
Εάν επιδιώκουμε αποτελέσματα, πρέπει να εξετάσουμε και την εναλλακτική δυνατότητα : Να αναλάβουν συγκεκριμένες λειτουργίες και δημόσιες υπηρεσίες, που θα συσταθούν και θα χρηματοδοτηθούν από τα ίδια, δεδομένα, κοινοτικά κονδύλια. Αυτό εξάλλου, γίνεται ήδη στην Τουρκία. Σε κάθε περίπτωση, η ειδική εμπειρία των προσωπικού των ΜΚΟ θα ήταν πολύτιμη για την αντιμετώπιση την πραγματικών αναγκών. Επίσης, η απόδοση των σχετικών αρμοδιοτήτων σε δημόσιες υπηρεσίες, πιθανότατα θα εξασφάλιζε και πιο αποτελεσματικές συνέργειες με τις αρμόδιες κρατικές δομές.