Με αφορμή τον ανασχηματισμό, είναι ευκαιρία να εξετάσουμε τα έργα και τις ημέρες της κυβέρνησης Μητσοτάκη αναφορικά με την πανδημία. Υπάρχει ιδεολογικό πρόσημο στην πολιτική της πάνω στο θέμα; Είναι κεντρική, συνειδητή στρατηγική που εκπορεύεται από το γραφείο του πρωθυπουργού ή απλώς επαφίεται στην ικανότητα ή μη του πολιτικού προσωπικού που αναλαμβάνει τα αντίστοιχα υπουργικά χαρτοφυλάκια;
Η πανδημία του COVID-19 εμφανίστηκε στην Ελλάδα στα τέλη Φεβρουαρίου 2020. Διαθέτουμε πλέον εμπειρία έντεκα μηνών των χειρισμών Μητσοτάκη πάνω στην υγειονομική κρίση. Το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινήθηκε η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει δύο άξονες: από τη μιά μεριά την καταστολή και από την άλλη, την επικοινωνιακή προπαγάνδα/διαχείριση. Οριζόντια λοκντάουν και απαγορεύσεις, με έντονο το στοιχείο του παραλογισμού σε πληθώρα εξ αυτών, περιορισμοί, πρόστιμα, συλλήψεις, ξυλοδαρμοί, επεμβάσεις των ΜΑΤ – όλα αυτά δηλαδή που συγκροτούν το πλέγμα της παθητικής, αρνητικής, κατασταλτικής αντιμετώπισης της πανδημίας. Ο δεύτερος άξονας, η επικοινωνιακή προπαγάνδα σε κάθε επίπεδο, λειτουργεί συμπληρωματικά με τον πρώτο, καλύπτοντάς τον και λειαίνοντας τις γωνίες του. Από τα καλολαδωμένα με δημόσιο χρήμα ΜΜΕ, ακούγαμε και ακούμε πως όλα ήταν και είναι καλώς καμωμένα. Για τον ιό ευθύνονται οι ανεύθυνοι πολίτες, οι νέοι, οι εργαζόμενοι, οι ηλικιωμένοι, οι θρησκευόμενοι, οι μη θρησκευόμενοι, οι μετανάστες, οι αριστεροί, όλοι πλην της κυβέρνησης Μητσοτάκη “που έκανε ό,τι ήταν δυνατόν να γίνει”.
Η άμεση αντιμετώπιση μιας σφοδρής και πρωτόγνωρης πανδημίας ήταν επιβεβλημένη, γι’ αυτό και στο πρώτο λοκντάουν δώσαμε τη συναίνεση μας, ακριβώς για να υπάρξει ο απαραίτητος χρόνος προετοιμασίας για την αντιμετώπιση μιας πρωτοφανούς κατάστασης. Αποδείχτηκε, με μεγάλο κόστος σε ανθρώπινες ζωές, ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη επέλεξε συνειδητά να μη εκμεταλλευτεί τον χρόνο του πρώτου λοκντάουν για να προχωρήσει στο δεύτερο στάδιο της ενεργητικής, θετικής αντιμετώπισης του ιού, μη προχωρώντας στη δημιουργία δικτύου μαζικών τεστ και ουσιαστικής ενίσχυσης του ΕΣΥ. Το ΜέΡΑ25 ήδη από τον Μάρτιο, ζητούσε στη Βουλή δίκτυο μαζικών τεστ και ενίσχυση του ΕΣΥ.
Δεν υπήρξε ούτε ένα μέτρο υποδομής, ούτε ένα μέτρο επούλωσης των όποιων αδυναμιών υπήρχαν στο σύστημα.
Αντιθέτως, η κυβέρνηση Μητσοτάκη, στους μήνες που ακολούθησαν, απέδειξε μέσω του τρόπου που αντιμετώπισε την πανδημία, ότι είναι πιστή στην ιδιωτικομανία της, στον σκληρά ταξικό προσανατολισμό της και στα γραμμάτια που έχει να ξεπληρώσει στους ολιγάρχες εντολείς της, τα ΜΜΕ των οποίων ουσιαστικά την συντηρούν εν – πολιτική – ζωή. ΔΕΝ ενίσχυσε το ΕΣΥ με μόνιμο προσωπικό – τα κενά στα οργανογράμματα των νοσοκομείων και των μονάδων ΠΦΥ παραμένουν τεράστια – με τις σχετικές ευθύνες να βαραίνουν όλες τις μνημονιακές κυβερνήσεις· ΔΕΝ προχώρησε στη δημιουργία δικτύου επαναλαμβανόμενων μαζικών τεστ για στοχευμένες παρεμβάσεις. Αναφορικά με την οικονομική πανδημία, ΔΕΝ κούρεψε οφειλές παρά έδωσε αναστολές· ΔΕΝ έδωσε άμεσες ενισχύσεις αλλά δάνεια. Συνέπεια αυτών των συνειδητών παραλείψεων ήταν το δεύτερο κύμα του φθινοπώρου να βρει τη χώρα αθωράκιστη τόσο υγειονομικά όσο και οικονομικο-κοινωνικά, με δραματική αύξηση των θανάτων, και την κοινωνία χειμαζόμενη οικονομικά και ηθικά.
Ενώ ακόμα δεν έκανε τίποτα για την τήρηση των μέτρων στους χώρους εργασίας, όπως αποδεικνύεται με τραγικό τρόπο από τα λοκνταουν στη Δυτική Αττική και σε άλλες βιομηχανικές περιοχές της χώρας μας. Άνοιξε τα σχολεία χωρίς κι εκεί να λάβει κανένα πραγματικό μέτρο, πέρα από μάσκες αερόστατα και παγουρίνο-μπρελόκ της ολιγαρχίας. Και τέλος δεν ενίσχυσε τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, με τεράστια ευθύνη για την εξάπλωση της πανδημίας και την περαιτέρω αύξηση των θανάτων.
Ακόμα και το άνοιγμα του τουρισμού, έγινε με όρους «ολιγαρχίας», χωρίς μέτρα και με παράλογες αποφάσεις, με αποκορύφωμα την υπακοή στον εκβιασμό πολυεθνικών κολοσσών του παγκόσμιου τουρισμού.
Είναι προφανές πως δεν πρόκειται να αλλάξει κάτι λοιπόν, ούτε από τον ανασχηματισμό. Άλλωστε, στα άμεσα συσχετιζόμενα με την πανδημία χαρτοφυλάκια παρέμειναν τα ίδια πρόσωπα. Δεν είναι όμως θέμα προσώπων, η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει σχέδιο. Απλώς το σχέδιο που έχει δεν είναι υπέρ των πολιτών, δεν είναι υπέρ της δημόσιας υγείας, δεν είναι υπέρ της κοινωνικής ευημερίας, δεν είναι υπέρ των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων και φυσικά, δεν είναι υπέρ των εργαζομένων. Είναι σχέδιο υπέρ της ολιγαρχίας, υπέρ της εμπορευματοποίησης του αγαθού της υγείας, υπέρ της ευημερίας των μεγάλων και του αφανισμού των μικρών και μεσαίων επιχειρηματιών. Είναι η εργαλειοποίηση της πανδημίας για το ξήλωμα των εργασιακών σχέσεων. Είναι η αναμπουμπούλα που χαίρεται ο λύκος για να βάλει στο χέρι και την ιδιωτική περιουσία των πολιτών. Πώς αλλιώς να εξηγηθεί ότι μέσα σε αυτούς του 11 μήνες, η κυβέρνηση έχει δημιουργήσει ένα δυστοπικό νομικό πλαίσιο για την ιδιωτική περιουσία, βλ.Πτωχευτικό Νόμο, για το Περιβάλλον και για την καταστολή των κινητοποιήσεων; Ένα νομικό πλαίσιο που δημιουργήθηκε με την κοινωνία σε υγειονομική καταστολή, ένα νομικό πλαίσιο κομμένο και ραμμένο στην ευρύτερη νεοφιλελεύθερη ατζέντα των Βρυξελλών, της Φρανκφούρτης και του Βερολίνου.
Τέλος, η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει κατορθώσει ήδη με τα παραπάνω να “πυροβολήσει τα πόδια της” ακόμα και στο δημόσιο αγαθό του εμβολιασμού. Το εμβόλιο αποτελεί το σημαντικότερο μέσο για την έξοδο από την πανδημία, αλλά πρέπει να λειτουργήσει συμπληρωματικά με την ενίσχυση του δημόσιου συστήματος υγείας και την ύπαρξη μιας εκτεταμένης καθολικής πρωτοβάθμιας περίθαλψης που θα περιλαμβάνει και το δίκτυο μαζικών τεστ. Το χρονικό διάστημα μέχρι να επιτύχουμε την ανοσία του πληθυσμού θα είναι μεγαλύτερο από το αρχικά εξαγγελόμενο, καθώς η ΕΕ λειτούργησε αναφορικά με την προμήθεια των εμβολίων, ως μεσάζων συμφερόντων των μεγάλων φαρμακευτικών του πυρήνα της, παρά ως φορέας ευημερίας και προστασίας των ευρωπαίων πολιτών. Αποτέλεσμα αυτής της διαπλοκής είναι ελλείψεις δόσεων και καθυστερήσεις παράδοσής τους, με την κυβέρνηση Μητσοτάκη να μένει έκθετη, μην έχοντας κανένα εναλλακτικό σχέδιο προμήθειας εμβολίων για την Ελλάδα.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη και τα ΜΜΕ των ολιγαρχών εντολέων της, προσπαθούν να ξορκίσουν το σημαντικό χρονικό διάστημα που απαιτείται μέχρι να φτάσουμε στο πολυπόθητο 70% εμβολιασμένων στον πληθυσμό. Χωρίς όμως το δίκτυο μαζικών τεστ και την ενίσχυση του ΕΣΥ, παραμένοντας μέχρι την ολοκλήρωση του εμβολιασμού στα κατασταλτικά μέσα αντιμετώπισης, ανησυχούμε ιδιαίτερα για έξαρση και τρίτου κύματος, το οποίο θα κοστίσει σε ακόμα περισσότερες ανθρώπινες ζωές και θα βαθύνει την κοινωνική και οικονομική κρίση στη χώρα μας.
Κείμενο Απόφασης Πολιτικής Γραμματείας 4/1/2021
Αναδημοσίευση από: ΜεΡΑ25