Η Βουλευτής Β3 Νοτίου Τομέα Αθηνών Σοφία Σακοράφα κατέθεσε στις 27/1/2020 στον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, κ. Μαυρουδή Βορίδη την ερώτηση για την Αντιμετώπιση Προβλημάτων Ελληνικής Μελισσοκομίας.
Ο κλάδος της μελισσοκομίας είναι ένας από τους πιο δυναμικούς και ανερχόμενους στην Ελλάδα. Η ιδιαιτερότητα της παραγωγής και η ποιότητα του ελληνικού μελιού το καθιστούν ιδιαίτερα ανταγωνιστικό και θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται με μεγαλύτερη προσοχή από την ελληνική Πολιτεία, προς όφελος και της εθνικής οικονομίας.
Ενδεικτικά, ως σημαντικότερα προβλήματα του κλάδου αναφέρονται οι εισαγωγές και οι ελληνοποιήσεις μελιού, το υψηλό κόστος παραγωγής, η ανεξέλεγκτη χρήση φυτοφαρμάκων και το απαρχαιωμένο πλαίσιο για την εγκατάσταση μελισσοκομείων και μελισσοσμηνών .
Ειδικότερα όσον αφορά στην εγκατάσταση μελισσοσμηνών, οι αποστάσεις από τους εθνικούς και επαρχιακούς δρόμους, η μεταφορά τους σε κατοικημένες περιοχές και η γειτνίασή τους με τις οικίες καθορίζονται με τις διατάξεις των άρθρων 7 του ν. 6238/1934 (ΦΕΚ 256Α) και του άρθρου 22 του ν. 4856/1930 (ΦΕΚ 316Α). Με τη διάταξη του άρθρου 19 § 13 του ν. 3208/2003 ΦΕΚ 303Α) ορίζεται ότι με κοινή υπουργική απόφαση (ΚΥΑ) καταργούνται οι διατάξεις των παραπάνω νόμων. Πλην όμως, η ΚΥΑ αυτή δεν έχει εκδοθεί εδώ και 17 έτη αν και οι διατάξεις του ν. 6238/1934 είναι εντελώς ξεπερασμένες και, σε πολλές περιπτώσεις, ουσιαστικά μη εφαρμόσιμες.
Επίσης, είναι αναγκαία η ορθή εφαρμογή του ΠΔ 190/1981 (ΦΕΚ 54Α) ως προς τη χορήγηση άδειας εγκαταστάσεων μελισσοκομείων εντός δημοσίων δασών και δημοσίων δασικών εκτάσεων, καθώς, σύμφωνα με την Εγκύκλιο 99136/2370/9-8-2005, διαχωρίζεται η τοποθέτηση μελισσοσμηνών για μικρό διάστημα (1-3 μήνες) από την έννοια του «Μελισσοκομείου». Σύμφωνα με αυτήν, η τοποθέτηση μελισσιών για μικρότερο των 3 μηνών χρονικό διάστημα για την εκμετάλλευση δημόσιας δασικής έκτασης , π.χ. έλατο, πεύκο, θυμάρι, δεν ταυτίζεται με τον όρο «μελισσοκομείο» και συνεπώς δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 46 § 5 ν. 998/1979 και 13 § 2β ν. 1734/1987.
Τέλος, μετά την εφαρμογή του Εθνικού Κτηματολογίου ανακύπτει η πραγματική ανάγκη εγκατάστασης μελισσοσμηνών σε τμήματα 1-3 στρεμμάτων ευρυτέρων δημοσίων ή δημοτικών εκτάσεων (π.χ. 100 ή 200 στρεμμάτων) που καταγράφονται σε ένα ΚΑΕΚ. Τούτο έχει ως αποτέλεσμα να απορρίπτονται τα αιτήματα εγκατάστασης σε μέρος ευρυτέρων εκτάσεων, λόγω του ότι η έκταση καταγράφεται σε ένα ΚΑΕΚ και δεν παρέχεται η δυνατότητα εγκατάστασης μελισσοσμηνών σε μέρος ευρύτερης δημόσιας ή δημοτικής έκτασης , διότι προβάλλεται η απαίτηση να μισθωθεί ολόκληρη αντί ασύμφορου μισθώματος.
Ερωτάται ο κ. Υπουργός
Ποια μέτρα σκοπεύει να λάβει η Κυβέρνηση για την αντιμετώπιση των προβλημάτων της ελληνικής μελισσοκομίας και την ανάδειξη των δυνατοτήτων της ;
Και, ακόμα, ειδικότερα:
(α) Θα ληφθεί μέριμνα να συμπεριληφθεί η μελισσοκομία ισότιμα στους κλάδους αγροτικής παραγωγής και να συμπεριληφθεί στη διαμορφούμενη νέα ΚΑΠ ;
(β) Θα εκδοθεί η ΚΥΑ που εκκρεμεί εδώ και 17 έτη, όπως ορίζει ο Ν. 3208/2003, μετά από διαβούλευση με τους φορείς των μελισσοκόμων, λαμβάνοντας υπ΄όψιν τα νέα δεδομένα και τη νομοθεσία άλλων κρατών μελών της Ε.Ε;
(γ) Ποια μέτρα θα ληφθούν προκειμένου να εφαρμόζεται ομοιόμορφα το Π.Δ. 190/1981 κατά την Εγκύκλιο 99136/2370/9-8-2005 ;
(δ) Ποια μέτρα θα λάβετε για τη διευκόλυνση της εγκατάστασης μελισσοσμηνών και μελισσοκομείων σε τμήμα ευρύτερης δημοτικής ή δημόσιας έκτασης, χωρίς να απαιτείται η μίσθωση του συνόλου της έκτασης που είναι ασύμφορη και δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες των μελισσοπαραγωγών ;