Θα αποφύγω αχρείαστες επαναλήψεις, οπότε δεν θα αναφερθώ στις διατάξεις για τις οποίες μίλησα στην πρώτη μου τοποθέτηση σχετικά αναλυτικά, όπως αυτές για την Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής και το μηχανογραφικό δύο φάσεων.
Γενικά, το Α΄ Μέρος του νομοσχεδίου εφαρμόζει ένα κυβερνητικό σχέδιο μείωσης των εισακτέων στη Τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Τους λόγους, βέβαια, δεν μας τους έχετε εξηγήσει. Προφανώς το θεωρείτε περιττό. Την τεχνική των ρυθμίσεων προσπαθείτε να την εξηγήσετε. Τη λογική τους όχι.
Αντίθετα, αποφεύγετε ακόμα και να αναφέρετε αυτήν την πλευρά των συνεπειών της νομοθέτησης σας. Δεν γίνεται, όμως, να κρυφτεί η Κυβέρνηση πίσω από το δάκτυλό της.
Στη διαμόρφωση της βάσης εισαγωγής πρέπει να υπάρχουν και οι συντελεστές βαρύτητας των μαθημάτων ειδικοτήτων. Ο σύνθετος και δυσνόητος τρόπος καθορισμού της Ε.Β.Ε. ευνοεί λάθη και αστοχίες στα Μηχανογραφικά και θα αποτελέσει αιτία αδικιών, απέναντι στις οποίες δεν πρέπει να είμαστε αδιάφοροι. Οι μεταβλητοί συντελεστές βαρύτητας των μαθημάτων θα επηρεάσουν και θα ανατρέψουν τα δεδομένα που είχαν εκπαιδευτικοί και υποψήφιοι.
Θέλω να αναφερθώ και στο ειδικό θέμα της μεταχείρισης των μαθητών των Επαγγελματικών Λυκείων. Αυτοί αποτελούν περίπου το 35% του συνολικού αριθμού των αποφοίτων λυκείου. Με αυτό το νομοσχέδιο απορρίπτετε, εμπράκτως, το πάγιο αίτημα των ενδιαφερομένων, να καθοριστεί, για την εισαγωγή στα ΑΕΙ των αποφοίτων των ΕΠΑΛ, ένα ποσοστό επί του συνόλου των εισακτέων. Το αίτημα μαθητών και εκπαιδευτικών επανέρχεται, χωρίς αποτέλεσμα, εδώ και χρόνια. Ζητούν ένα ποσοστό ανάλογο με τον αριθμό των υποψηφίων που προέρχονται από τα ΕΠΑΛ, και πάντως όχι μικρότερο του 20%. Εκτός από τους προφανείς λόγους δικαιοσύνης, είναι βάσιμη και μια πρόσθετη αιτιολόγηση : Ότι μια τέτοια ρύθμιση θα είχε σαν αποτέλεσμα και ποιοτική αναβάθμιση της Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης, αφού θα άλλαζε τη σύνθεση και το επίπεδο των τάξεων, προσελκύοντας και καλύτερους μαθητές.
Από το άλλο μέρος, τους προσθέτουμε και άλλες δυσχέρειες, ως προς τη δυνατότητα επιλογής και δήλωσης, με το ανώτατο όριο του 20 %, επί του συνόλου των Σχολών. Αυτό, σημαίνει για κάποιους τομείς, όπως οι γραφικές τέχνες μόνο 10 επιλογές.
Επίσης, δεν υπάρχει καμία ειδική πρόβλεψη για τους μαθητές των Εσπερινών Λυκείων. Θεσμοθετείτε κοινή Βάση Εισαγωγής και για τα ημερήσια και για τα εσπερινά σχολεία. Με την κατάργηση των ειδικών ποσοστών υποψηφίων, όπως για τα Εσπερινά σχολεία, βάζουμε πρόσθετα εμπόδια στην προσπάθεια αυτών των παιδιών. Γνωρίζετε, βέβαια, ότι αυτό δεν αποτελεί ίση μεταχείριση. Απλώς η ελληνική Πολιτεία, θέλει να τα αδικήσει, αφού παραγνωρίζει τις ειδικές συνθήκες ζωής και εκπαίδευσης αυτών των παιδιών.
Ως προς το Β΄ Μέρος, έχουμε δηλώσει την πλήρη αντίθεσή μας και δεν έχει νόημα να επεκταθούμε.
Θεωρώ ζήτημα στοιχειώδους αξιοπιστίας, για την Κυβέρνηση, να φέρει τα στοιχεία που επιγραμματικά ζήτησα στη χθεσινή ομιλία μου, για την εγκληματικότητα και παραβατικότητα στους χώρους των Πανεπιστημίων. Νομίζω ότι είναι εύλογο να τεθούν αυτά τα στοιχεία, εάν υπάρχουν, στη διάθεση του Κοινοβουλίου, μέχρι την επόμενη συζήτησή μας, την Παρασκευή. Χωρίς αυτά δεν υπάρχει κανένας ουσιαστικό έδαφος συζήτησης. Δεν θα κάνετε τη Βουλή, ούτε τα κόμματα, συμμέτοχο σε αυτό το παιγνίδι προπαγάνδας και κατασυκοφάντησης των Πανεπιστημίων ως δήθεν άντρα παρανομίας, με την παραφιλογολογία περί πλήρους ανομίας, καταστροφής κλπ.
Για το άρθρο 34, για την ανώτατη διάρκεια φοίτησης, νομίζω ότι ήταν σαφής η αρνητική τοποθέτησή μας. Θέλω μόνο να επισημάνω ότι τα στοιχεία που παρουσιάζονται χρειάζονται προσοχή.
Πάνω από τις μισές περιπτώσεις που αναφέρονται ως «αιώνιοι φοιτητές» είναι απλώς παλιές εγγραφές, που συντηρούνται στα αρχεία των σχολών. Ας δούμε τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, από το 2018 : Από τους περίπου 283.000 φοιτητές πέραν κανονικών ετών φοίτησης (ν+2 κλπ.) μόνο το 37% έχει έτος γέννησης μετά το 1990. Στις σχολές χωρίς επαγγελματική προοπτική, το ποσοστό είναι γενικά μεγαλύτερο. Αλλά όχι μόνο. Θα αναφέρω χαρακτηριστικά τη Νομική Σχολή : Από τους 2.963 φοιτητές που έχουν ξεπεράσει τα τέσσερα έτη φοίτησης, μόνο 450 έχουν γεννηθεί μετά το 1990 (ούτε το 15%).
Θα έπρεπε, λοιπόν, να λειτουργούμε με τα πραγματικά στοιχεία. Και όχι να εμφανίζονται αριθμοί κατά βούληση, για τη δημιουργία εντυπώσεων και την παραπέρα πολιτική εκμετάλλευσή τους.
Σας ζητάμε να επανεξετάσετε το ζήτημα. Με βάση το δεδομένο διακοπής των φοιτητικών παροχών μετά τα θεσπισμένα όρια, δεν υπάρχει καμία ισχυρή αιτιολόγηση στη επιβολή διακοπής των σπουδών.
Είναι ένας αναιτιολόγητος περιορισμός στην άσκηση του δικαιώματος εκπαίδευσης απέναντι σε ανθρώπους που το έχουν κατακτήσει, με βάση τη θεσπισμένη διαδικασία. Κατέκτησαν την ιδιότητα του φοιτητή νόμιμα. Και διαχειρίζονται τη ζωή τους όπως έχουν δικαίωμα, χωρίς να επιβαρύνουν κανέναν. Δεν επιβαρύνουν ούτε το κράτος ούτε το Πανεπιστήμιο. Είναι ένα πρόβλημα αυτό, που έχει και θεωρητική προέκταση. Η επέμβαση του Κράτους στην άσκηση ενός ατομικού δικαιώματος, απέναντι στο υποκείμενό του, το οποίο δεν παρανομεί ούτε προσβάλλει τα δικαιώματα άλλου – για να το περιγράψουμε απλά – είναι οπωσδήποτε προβληματική.
Τέλος, πρέπει να καταθέσουμε την πλήρη διαφωνία μας και με οποιαδήποτε πρόβλεψη και απειλή κύρωσης σε βάρος των Πανεπιστημίων, για την περίπτωση που “δεν θα συμμορφωθούν προς τας υποδείξεις”. Αναφέρομαι, ιδίως, στη διάταξη του άρθρου 40 παράγραφος 2.
H Πολιτεία έχει (όχι μόνο συνταγματικά αλλά – πρωτ’ απ’ όλα – ουσιαστικά) την υποχρέωση της επιχορήγησης προς τα ΑΕΙ. Είναι αδιανόητη κάθε σκέψη μείωσης της χρηματοδότησης, που είναι ήδη πολύ χαμηλότερη από το αναγκαίο, ως τιμωρία για τη μη έκδοση των προβλεπομένων αποφάσεων.
Επιτέλους, αυτά τα χρήματα προορίζονται για τα παιδιά μας και για το μέλλον τους. Δεν είναι δυνατόν η θεσμική υποχρέωση της Πολιτείας να μπαίνει σε τέτοια αλισβερίσια και παζάρια – και μάλιστα με νόμο. Εδώ φαίνεται ότι, πραγματικά, έχουμε χάσει το μέτρο.
Για την τελική τοποθέτησή μας, ως προς κάθε άρθρο, προς το παρόν επιφυλασσόμαστε. Εννοείται : Εκτός από τις διατάξεις για τις οποίες έχουμε εκφράσει την αντίθεσή μας, ως προς τις οποίες αναρωτιόμαστε αν υπάρχει καμία περίπτωση ανατροπής και αν δικαιούμεθα να ελπίζουμε σε κάτι τέτοιο.
Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής
Εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, προστασία της ακαδημαϊκής ελευθερίας, αναβάθμιση του ακαδημαϊκού περιβάλλοντος και άλλες διατάξεις