«Κύρωση της Συμφωνίας μεταξύ του Υπουργείου Άμυνας του Κράτους του Ισραήλ και του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας της Ελληνικής Δημοκρατίας για την προμήθεια Εξοπλισμού και Υπηρεσιών Άμυνας».
Συζητούμε σήμερα την κύρωση μιας αμυντικής συμφωνίας μεταξύ Ελλάδας και Ισραήλ.
Είναι και αυτή αποτέλεσμα μιας στροφής των τελευταίων χρόνων στην ελληνική εξωτερική πολιτική.
Μια στροφή που σημαίνει ιστορική ανατροπή αλλά και πρωτοφανή, για τη χώρα μας, περιφρόνηση των αρχών του διεθνούς δικαίου.
Η συγκεκριμένη Συμφωνία προέκυψε από διαπραγμάτευση της προηγούμενης Κυβέρνησης, ΣΥΡΙΖΑ, και υπεγράφη πριν αναλάβει η παρούσα Κυβέρνηση.
Ξεκινάω με μια θέση αρχής : Έχουμε όλοι την υποχρέωση να στηρίζουμε κάθε κίνηση ενίσχυσης της χώρας μας στην αμυντική της δυνατότητα.
Η ανάγκη είναι πραγματική, γιατί αντιμετωπίζουμε διαχρονικές αμφισβητήσεις κυριαρχικών μας δικαιωμάτων.
Και αυτό ισχύει, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι το νοσηρό πολιτικό μας σύστημα εκμεταλλεύθηκε με αισχρό τρόπο αυτήν την ανάγκη στο παρελθόν.
Εν πάση περιπτώσει, ας προχωρήσουμε :
Κυρίες και κύριοι «Κανένας καλός σκοπός δεν αγιάζει ένα κακό μέσο!»
Δυστυχώς, αυτή η συμφωνία είναι ένα “κακό μέσο”, που δεν καθαγιάζεται από τον προβαλλόμενο “καλό σκοπό”, την ενίσχυση της άμυνας της χώρας.
Είναι κρίσιμο να δούμε ποια είναι τα πραγματικά δεδομένα και με ποιο ακριβώς κράτος συνάπτουμε μια τέτοιου είδους συμφωνία.
Το Ισραήλ είναι ένα κράτος που εφαρμόζει πολιτική σκληρού απαρτχάιντ απέναντι στο ένα πέμπτο του πληθυσμού του.
Έχει καταλάβει, παράνομα, εδάφη της Παλαιστίνης και ετοιμάζεται, μάλιστα, να τα προσαρτήσει.
Είναι ένα κράτος που λειτουργεί χωρίς Σύνταγμα.
Από τη σύστασή του ακόμα, επικράτησε η αρχή ότι ο θρησκευτικός νόμος, η Τορά, δεν μπορεί να υποτάσσεται ή να περιορίζεται από ένα Σύνταγμα.
Εξάλλου, και η πολιτική ηγεσία του Ισραήλ – διαχρονικά – δεν ήθελε να δεχθεί συνταγματικά όρια στην άσκηση της εξουσίας της.
Με την κυριαρχία του θρησκευτικού στοιχείου, η αντίθετη πολιτική άποψη κατατάσσεται, εξαρχής αλλά και για πάντα, στο περιθώριο, ως αμαρτία. Δεν είναι αντικείμενο εξέτασης ή διαλόγου και δεν μετέχει σε διαδικασία πολιτικής σύνθεσης. Δηλαδή, δεν υπάρχει λειτουργία Δημοκρατίας.
Είναι και αυτό χαρακτηριστικό : Μπροστά στη Σαρία, έχουμε όλοι μας εύκολες αναλύσεις και κατηγορίες. Αλλά θέλουμε να αγνοούμε την θρησκειοκρατία στο Ισραήλ…
Δεν είναι, όμως, μόνο αυτό : Η θρησκειοκρατία στο Ισραήλ έχει και καθαρή φυλετική λειτουργία, αφού φορέας της κυρίαρχης θρησκείας είναι μόνο η εβραϊκή εθνότητα.
Το Ισραήλ έχει απολύτως ελλειμματικό νομοθετικό πλαίσιο ως προς την αναγνώριση ακόμα και βασικών δικαιωμάτων – ακόμα και για τους ίδιους τους Εβραίους, πέρα από το καθεστώς των απροκάλυπτων διακρίσεων σε βάρος του υπόλοιπου πληθυσμού του, δηλαδή των Αράβων, είτε Μουσουλμάνων είτε Χριστιανών.
Δεν χρειάζεται να πούμε πολλά για τον κατάφωρα παράνομο εσωτερικό επεκτατισμό σε βάρος των παλαιστινιακών εδαφών και για την εφαρμοζόμενη κρατική πολιτική των εποικισμών.
Ακούμε συχνά για Παλαιστίνιους τρομοκράτες, ενώ αποσιωπάται συστηματικά η καθημερινή αδιάκριτη τρομοκρατία στα κατεχόμενα, από τον ισραηλινό στρατό και τους εποίκους.
Το Ισραήλ ασκεί μια συστηματική κρατική πολιτική με πλήρη περιφρόνηση του διεθνούς δικαίου :
Κατάσχεση γης, υπερβολική χρήση κρατικής και στρατιωτικής βίας, αθρόες συλλήψεις, φυλακίσεις, ακόμη και βασανιστήρια. Περιορισμός στην ελευθερία λόγου και στα μέσα ενημέρωσης.
Εφαρμόζει ένα καθολικό σύστημα διακρίσεων ως προς όλα τα δικαιώματα, με βάση την εθνικότητα και την υπηκοότητα.
Με αυτό το κράτος, λοιπόν, θέλουμε να συνάψουμε αμυντική και εξοπλιστική συμφωνία.
Με το κράτος που έχει πυρηνικά όπλα αλλά δεν δέχεται κανένα έλεγχο γι’ αυτά. Που χρησιμοποιεί βόμβες φωσφόρου κατά αμάχων.
Ένα κράτος που, για πολύ συγκεκριμένους λόγους, δεν έχει καν οριοθετήσει σύνορα.
Εντέλει: Έχουμε, πραγματικά συναίσθηση για ποιο κράτος μιλάμε;
Γιατί, ειδικά για το Ισραήλ, παραβλέπουμε τα ελάχιστα διεθνή και ευρωπαϊκά κεκτημένα ;
Αυτή η επιλεκτική και ανακόλουθη στάση μας εκθέτει όλους.
Εδώ δεν έχουν θέση απλοϊκές προσεγγίσεις περί φίλων και εχθρών στην εξωτερική πολιτική.
Ούτε έχει θέση η ευκολία της ψευδοφιλολογίας περί αντισημιτισμού, που θέλει να αποκρύπτει μια σκληρή πραγματικότητα, η οποία έχει θύτη και θύματα.
Εδώ, θα πρέπει να είμαστε απολύτως ξεκάθαροι : Δεν ανεχόμαστε κανέναν αρνητή του Ολοκαυτώματος. Και Καταδικάζουμε πάντα τον ρατσισμό. Δηλαδή, και αυτόν του Ισραήλ.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Μια εξωτερική πολιτική χωρίς αρχές, είναι καταδικασμένη σε αποτυχία.
Η Ελλάδα είχε επιλέξει να δρα στη βάση του διεθνούς δικαίου. Και έτσι υποτίθεται ότι λειτουργεί διαχρονικά στις εξωτερικές σχέσεις της.
Και όμως : Το Ισραήλ προκαλεί τη διεθνή κοινότητα, καταπατώντας το διεθνές δίκαιο, το δίκαιο πολέμου και το διεθνές δίκαιο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Συνεπώς, όλα τα άλλα κράτη (δηλαδή και η Ελλάδα) έχουμε την υποχρέωση να αναπτύσσουμε εθνική και διεθνή δραστηριότητα, μέχρι να υποχρεωθεί το κράτος κατοχής (δηλαδή το Ισραήλ) να σεβαστεί το διεθνές δίκαιο. Και ειδικά εμείς, που έχουμε την πικρή εμπειρία της παράνομης κατοχής στην Κύπρο.
Στ’ αλήθεια, πιστεύει κανείς ότι με αυτή τη συμφωνία βαδίζουμε προς αυτήν την κατεύθυνση ;
Δεν αρκεί καν η προβαλλόμενη απλοϊκή προσδοκία, ότι – δήθεν – η συμμαχία μας με το Ισραήλ θα προστατεύσει τα κυριαρχικά μας δικαιώματα. Η ιστορική εμπειρία μας έχει δείξει ότι τέτοιου είδους προσεγγίσεις δεν μας προσέφεραν τίποτε ουσιαστικό τις κρίσιμες στιγμές. Και δεν μιλώ μόνο για την Κύπρο !
Σε κάθε περίπτωση, και πέρα από όλα αυτά, είναι αναγκαίο να επαναφέρω ένα κρίσιμο ζήτημα :
Μέσα από τις συμμαχίες μας και τις αμυντικές Συμφωνίες πρέπει να εξασφαλίζουμε την ενίσχυση των αντίστοιχων βιομηχανιών στη χώρα μας. Αυτό θα έπρεπε να αποτελεί αναγκαίο συστατικό κάθε σχεδιασμού σε σχέση με εξοπλιστικά προγράμματα.
Η Συμφωνία που συζητάμε δεν εξασφαλίζει συμμετοχή Ελληνικών βιομηχανιών.
Αναρωτιέμαι αν πρόκειται απλά για ένα ακόμη λάθος. Αλλά φοβάμαι πως όχι :
Οι ελληνικές κυβερνήσεις, πέρα από την αποδόμηση των ιδιωτικοποιήσεων, ακολουθούν μια σειρά από επιλογές ανεπίτρεπτης υποτίμησης της βιομηχανικής υποδομής της χώρας και μάλιστα σε κρίσιμους τομείς.
Εκτός από την αμυντική βιομηχανία, την ΕΛΒΟ , τα ΕΑΣ , την ΠΥΡΚΑΛ, θα αναφέρω ενδεικτικά τα Ναυπηγεία και τη ΛΑΡΚΟ. Και, δυστυχώς, δεν είναι οι μόνες περιπτώσεις…
Στη συζήτηση στην Επιτροπή αναφέρθηκα και στις ειδικότερες διατάξεις της Συμφωνίας. Είναι μία σύμβαση ουσιαστικά ετεροβαρής.
Κλείνοντας, επαναλαμβάνω ότι είναι δεδομένη η πλήρης αντίθεσή μας στην υπογραφή τέτοιου είδους συμφωνίας με το κράτος του Ισραήλ.
Και, προφανώς, την Καταψηφίζουμε.
Παρακολουθήστε την ομιλία εδώ: