Πολιτικός και άλλοτε παγκόσμια πρωταθλήτρια στίβου, η Σοφία Σακοράφα είναι μια ξεχωριστή περίπτωση στον ελληνικό αθλητισμό, που κέρδισε το κοινό με τις διακρίσεις, αλλά και τη δωρική προσωπικότητά της.
Πρώην παγκόσμια ρεκορντγούμαν στον ακοντισμό, βουλευτής του ΜέΡΑ 25, γέννημα- θρέμμα Τρικαλινή και η πρώτη γυναίκα που αναλαμβάνει το τιμόνι του ΣΕΓΑΣ στα 124 χρόνια ιστορίας του. Εξελέγη θριαμβευτικά στη θέση της προέδρου με 114 ψήφους έναντι 107 της συνυποψήφιάς της και άλλοτε πρωταθλήτριας στη δισκοβολία, Τασούλας Κελεσίδου.
Σχημάτισε το πρώτο μεγάλο αθλητικό δίπολο στην ιστορία του ελληνικού αθλητισμού στη δεκαετία του 80. Πριν φτάσουμε στο δίδυμο Γκάλης – Γιαννάκης, οι κυρίες Σοφία Σακοράφα και Άννα Βερούλη μας έμαθαν ακόντιο, γέμισαν ασφυκτικά τις κερκίδες του Ολυμπιακού Σταδίου το 1982, φέρνοντας ως αντιστάθμισμα σκληρών προσπαθειών χρυσά μετάλλια, παγκόσμια ρεκόρ και άλλα τέτοια ονειρικά για την τότε ελληνική πραγματικότητα.
Αφότου άφησε το ακόντιο, συνέχισε με επιτυχία σε έναν άλλο στίβο- για κάποιους δυσκολότερο- εκείνον της πολιτικής, για να μας δώσει τώρα αφορμή να αναφερθούμε σε μια μεγάλη επιστροφή, στην κοίτη απ’ όπου άρχισαν όλα, στον ΣΕΓΑΣ.
Μιλώντας στον Αθήνα 9.84 και στους Διονύση Δελή και Στέφανο Λεμονίδη, λέει πως ουδέποτε απομακρύνθηκε από τα τεκταινόμενα στον αθλητισμό και πάντα θεωρούσε τον ΣΕΓΑΣ σπίτι της.
«Είμαι ιδιαίτερα ευτυχής που μετά από τόσα χρόνια έρχομαι ξανά στο σπίτι μου, ως Πρόεδρος του ΣΕΓΑΣ. Είναι κάτι πολύ σπουδαίο για εμένα, άλλωστε πάντοτε βρισκόμουν κοντά στον αθλητισμό. Παρακολουθούσα στενά όλες τις αθλητικές δραστηριότητες, ακόμα και στο διάστημα της ενασχόλησής μου με την πολιτική, παράλληλα με τα κοινοβουλευτικά μου καθήκοντα.»
Και επειδή ο αθλητισμός βασίζεται στις αξίες της άμιλλας και της συλλογικότητας ακόμα όταν αγωνίζεσαι ανάμεσα σε συναθλητές κι φίλους για να κατακτήσεις παγκόσμιες πρωτιές, η Σακοράφα παραδέχεται ότι δίπλα της στο νέο ΔΣ του ΣΕΓΑΣ, έχει αγαπητούς γνώριμους όπως η Τασούλα Κελεσίδου, ο Κώστας Κεντέρης, ο Κώστας Γκατσιούδης, ο Παναγιώτης Δημάκος και άλλοι. «Όλοι μαζί έχουμε την ίδια θέληση να προσφέρουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε σε αυτό που αγαπήσαμε και υπηρετήσαμε επί σειρά ετών.»
*Χωρίς να μηδενίζει τις προηγούμενες, απελθούσες διοικήσεις, επισημαίνει πως «στη δύσκολη τελευταία δεκαετία των περιορισμών, ο ΣΕΓΑΣ ήταν η μοναδική ομοσπονδία του ερασιτεχνικού αθλητισμού που κατόρθωσε να αφήσει μια σημαντική παρακαταθήκη και εξωστρέφεια με την καταξίωση των διεθνών Μαραθωνίων και των άλλων, παράλληλων εκδηλώσεων.»
*Ούτε θα μπορούσε να παραλείψει να αναφερθεί στην πρόσφατη απώλεια του Βασίλη Σεβαστή, κάνοντας λόγο για μια «εμβληματική μορφή, που υπηρέτησε το στίβο με τιμιότητα, αγάπη και σπάνιο ήθος, δίνοντας κάποιες φορές σπουδαίες, όσο και άνισες μάχες.»
*Ως κύριο πρόταγμα της θητείας της άραγε προσδιορίζει τους Ολυμπιακούς του Τόκιο ή το γηπεδικό;
«Δεν δυσκολεύομαι να απαντήσω ξεκάθαρα, το οικονομικό. Η συγκυρία του κορονοϊού έχει δημιουργήσει συσσωρευμένες υποχρεώσεις, οι οποίες δεν επιτρέπουν εφησυχασμό. Ο ΣΕΓΑΣ είναι πνιγμένος στα χρέη, γιατί η Πολιτεία δεν έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της. Χρωστά χρήματα ακόμα και από την περσυνή επιχορήγηση, με αποτέλεσμα να μένουν απλήρωτοι οι αθλητές μας, που δεν έχουν ούτε τη δυνατότητα να γυμναστούν όπως πρέπει.»
*Τάσσεται υπέρ της άμεσης λήψης απόφασης για το άνοιγμα του Μαραθωνίου (συνδιοργάνωση ΣΕΓΑΣ και Δήμου Αθηναίων) υπογραμμίζοντας πως «εκτός από το οικονομικό όφελος, συνεισφέρει στον Πολιτισμό και στον Τουρισμό, με την προβολή της χώρας σε ολόκληρο τον κόσμο.»
*Για την γενέθλια γη των Τρικάλων θα πει ότι έχει «τον πιο ισχυρό δεσμό επειδή εκεί βρίσκονται το πατρικό σπίτι, η μητέρα μου, όπως και οι συγγενείς και οι φίλοι, που με οδηγούν μαζί με τις πρώτες αναμνήσεις μου.»
*Όσο για τη θρυλούμενη κόντρα με την επίσης σπουδαία αθλήτρια Άννα Βερούλη, στα 22 με 23 τους χρόνια, τότε που και οι δύο ήταν αφίσες σε παιδικά δωμάτια, δεν θα παραδεχθεί ότι υπήρξε και θα την αποδώσει στα δημοσιεύματα της εποχής.
«Δεν ξέρω, αυτό θα πρέπει να μου το πείτε εσείς.» λέει στον ίδιο τόνο που διατηρεί σε όλη τη συνέντευξη, αλλά με ένα αδιόρατο χαμόγελο, όπως ίσως θα μπορούσε να καταλάβει κανείς ακούγοντάς την.
Για να προσθέσει πως ξέρει μόνο ότι «σε προσωπικό επίπεδο ένοιωθα υπέροχα, επειδή έκανα αυτό που αγαπούσα πολύ. Επίσης, ήθελα διακαώς να διδάξω και να γίνω καθηγήτρια Φυσικής Αγωγής γι αυτό και επί δέκα χρόνια ήμουν τη Μέση Εκπαίδευση. Ακολούθησα αυτή την πορεία σε όλη μου τη ζωή… Μετά, είχα μια ιδιωτική επιχείρηση ξανά σε σχέση με τον Αθλητισμό, ένα γυμναστήριο δηλαδή. Όπως και στη μετέπειτα ενασχόλησή μου με την πολιτική, χωρίς να παραιτηθώ και πάλι από την αγάπη μου για το χώρο του αθλητισμού.»
Κλείνοντας τη συνομιλία με τον Στέφανο Λεμονίδη και τον Διονύση Δελή, η Σοφία Σακοράφα θα επαναλάβει το στίγμα της, δηλώνοντας ευτυχής και πλήρης για όλα όσα πέτυχε και αξιώθηκε να ζήσει μέσα από τον αθλητισμό. «Με τιμά να θεωρούν ακόμη κάποιοι ότι μπορώ να ρίξω ακόντιο, αν και έχω βγει πλέον … στη σύνταξη» θα πει.
Αναπαραγωγή από www.athina984.gr