Σας ευχαριστώ κύριε Πρόεδρε!
Οι Ανεξάρτητες Αρχές σαν τύπος οργάνωσης της εκτελεστικής εξουσίας αποτελεί μια εφαρμογή της Νέας Δημόσιας Διαχείρισης, του γνωστού Νιού Πάμπλικ Μάνατζμεντ. Μια προσέγγιση για την οποία έχω εκφράσει επανειλημμένα την κριτική μου.
Η εισαγωγή τους στο πολιτικό και το διοικητικό μας σύστημα, έγινε με την επίκληση της πολυπλοκότητας στις σύγχρονες οικονομίες και μίας αμφίβολης αποτελεσματικότητας, σε συνδυασμό και με αναφορές σε διεθνείς νομικές «υποχρεώσεις».
Η λειτουργία τους έχει και μία πλευρά απορρυθμιστική, αφού ενισχύουν τον πολιτικό και οικονομικό φιλελευθερισμό. Προτάσσουν «το ιδιωτικό έναντι του δημοσίου» και έτσι αποδομούν το κοινωνικό κράτος .
Επομένως, πέρα από τον βασικό προβληματισμό για την δημοκρατική νομιμοποίησή τους, υπάρχει και μία ακόμα, εξίσου επικίνδυνη πτυχή :
Οι κυβερνήσεις δεν θεσμοθετούν αλλά εργαλειοποιούν την ανεξαρτησία, για να ελέγξουν πιο αποτελεσματικά κρίσιμους κι ευαίσθητους τομείς της κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής ζωής.
Βέβαια, με δεδομένη την ελεγκτική τάση τους, οι κυβερνήσεις δημιουργούν συνήθως ένα ασφυκτικό πλαίσιο λειτουργίας για τις Αρχές. Επίσης, επιφυλάσσουν γι’ αυτές περιορισμένους πόρους αλλά και προβληματική στελέχωση, όπως φαίνεται ανάγλυφα και στην Ενιαία Αρχή.
Πέρα όμως από αυτά τα προβλήματα, η σημερινή κυβέρνηση προχωρά και σε ευθείες συγκρούσεις. Αναφέρω χαρακτηριστικά, ότι στον πρόσφατο νόμο για τις δημόσιες συμβάσεις, η κυβέρνηση αγνόησε προκλητικά τις επισημάνσεις τόσο της Ενιαίας Αρχής, όσο και της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής.
Δεν είναι τυχαίο ότι στην ελληνική πραγματικότητα, της μάλλον προσχηματικής λειτουργίας των Αρχών, μόνο ο Συνήγορος του Πολίτη, έχει κατακτήσει ένα επίπεδο δικαίωσης στη συνείδηση του μέσου πολίτη.
Μετά από δεκαετίες λειτουργίας τόσων ανεξαρτήτων αρχών στην Ελλάδα, είτε συνταγματικά κατοχυρωμένων είτε όχι, η πραγματικότητα χαρακτηρίζεται από τη διαρκή ενίσχυση της κυριαρχίας των ολιγαρχιών και την αύξηση οικονομικών και κοινωνικών ανισοτήτων.
Εδώ, έχουμε, λοιπόν, ένα θεμελιώδες πρόβλημα. Και θα πρέπει να το δούμε στη σημερινή συνεδρίαση, με αφορμή την Έκθεση Πεπραγμένων του 2019.
Με δεδομένη την αδιαφάνεια στην δημόσια διοίκηση ενισχύεται ένα διαπλεκόμενο σύστημα αναθέσεων. Φαινόμενο σχεδόν καθημερινό.
Αυτό είναι αναμφισβήτητα ένα πρόβλημα.
Το σύστημα ανακυκλώνεται, οι διαφυγές διαρκώς αυξάνονται, και η αρμόδια Αρχή μοιάζει σαν να είναι το φύλλο συκής για να αποκρύπτεται το πρόβλημα.
Ο πολίτης διερωτάται εύλογα, αν δεν κάνει η Αρχή τομές, τότε ποιοι θα τις κάνουν;
Η Ενιαία Αρχή δεν υποκαθιστά βέβαια την δικαστική εξουσία στον έλεγχο νομιμότητας, έχει όμως την υποχρέωση να ελέγχει τις καταστρατηγήσεις.
Τα ερωτήματα, λοιπόν, γεννώνται άμεσα.
Πως υλοποιείται ο επεμβατικός και διορθωτικός ρόλος της Αρχής ;
Θα αναφέρω ενδεικτικά την εκτεταμένη πρακτική απευθείας αναθέσεων της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής. (Υπήρχε και σχετική ερώτηση του κόμματός μας, τον Νοέμβριο). Συνεχίζουν όμως, καθώς φαίνεται, απτόητοι, αφού δημοσιοποιούνται στοιχεία ότι τον Μάρτη, μέσα σε 7 ημέρες προχώρησαν σε 5 αναθέσεις, ύψους 1,1, εκ.
Πέρα από τα στοιχεία της καταγραφής των απευθείας αναθέσεων, υπάρχουν επισημάνσεις ή υποδείξεις της Αρχής για την αλλεπάλληλη και ανησυχητική, πλέον, αύξηση των ορίων τους ;
Η Ενιαία Αρχή, για την παρακολούθηση της εφαρμογής του συστήματος Δημοσίων Συμβάσεων, επέλεξε για το 2019 να εμβαθύνει σε τρεις φορείς: Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Επιτροπή Ανταγωνισμού και Περιφέρεια Αττικής.
Εμείς θα θέλαμε να προτείνουμε να προστεθούν ο Δήμος Αθηναίων, η Γενική Γραμματεία Αντεγκληματικής Πολιτικής και τα έργα στο Ελληνικό.
Ειδικά για τις Συμπράξεις Δημοσίου Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ) στην Έκθεση γίνεται, σωστά, αναφορά στην εκτίμηση των περιβαλλοντικών τους επιπτώσεων.
Όμως, είναι πολύ σημαντικό και το κοινωνικό τους κόστος.
Είναι δεδομένο ότι :
Δεν εξασφαλίζουν καλύτερη ποιότητα έργου – Δεν μεταφέρουν τον κίνδυνο στην πλευρά του ιδιώτη – και Δεν αποτρέπουν φαινόμενα διαφθοράς.
Όμως, ταυτόχρονα :
Απειλούν τις εργασιακές σχέσεις και το επίπεδο αμοιβών (όπως χαρακτηριστικά στο προσωπικό καθαριότητας) – Δεν συνάδουν με τον ελεύθερο ανταγωνισμό και βλάπτουν το κράτος δικαίου (με την κατάχρηση του θεσμού της διαιτησίας) – Εντέλει δε, δεν εξασφαλίζουν ούτε τη γρήγορη υλοποίηση των έργων – Επίσης, δεν εγγυώνται επ’ ουδενί το δημόσιο συμφέρον.
Εδώ, το κράτος, με περισσή γενναιοδωρία και θεσμικές επινοήσεις, ευνοεί σκανδαλωδώς έναν κρατικοδίαιτο ιδιωτικό τομέα, με εξασφαλισμένες προσόδους δεκαετιών, σε βάρος τομέων που μόνιμα υποχρηματοδοτούνται, όπως η Υγεία και η Παιδεία.
Είναι η ακριβώς αντίθετη, στα χαρακτηριστικά της, συμπεριφορά από αυτήν που επιφυλάσσει το ίδιο κράτος για τους εργαζόμενους.
Και κάτι ακόμα : Η προσκόλληση στα ΣΔΙΤ λειτουργεί και αντιπαραγωγικά, αφού, όπως έχει αποδειχθεί, δεν οδηγεί στη διάθεση μεγαλύτερων πόρων του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, αντί για τα ΣΔΙΤ, σε άλλα έργα, με μεγαλύτερο κοινωνικό όφελος.
Κάτι τελευταίο : Είμαστε στα μέσα του 2021 και συζητάμε, τώρα, για την Έκθεση Πεπραγμένων του 2019. Μάλλον θα έπρεπε να συζητάμε την Έκθεση του 2020. ( Υπενθυμίζω ότι στα μέσα Νοεμβρίου του 2019 εξετάσαμε δύο Εκθέσεις μαζί, του 2017 και 2018).
Δεν αφορά αυτό μόνο την παρούσα αρχή. Οι Εκθέσεις θα πρέπει να δημοσιοποιούνται μέσα στο πρώτο εξάμηνο του επομένου έτους. Και να συζητούνται στην Επιτροπή μας το συντομότερο δυνατόν.
Εδώ έχουμε ένα σοβαρό αλλά επαναλαμβανόμενο πρόβλημα: Οι διαδικασίες αυτές δεν είναι μόνο τυπικές. Έχουν και ουσιαστικό χαρακτήρα, για τον έγκαιρο εντοπισμό και την αντιμετώπιση των προβλημάτων. Όχι με χρονοκαθυστέρηση ενός έτους ή και παραπάνω !
Ο ουσιαστικός αυτός σκοπός της διαδικασίας φαίνεται ότι παραγνωρίζεται εντελώς. Φοβάμαι, ακόμα και από τις ίδιες τις Αρχές!
Σας ευχαριστώ!
Συνεδρίαση της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας
Συζήτηση επί της Εκθέσεως Πεπραγμένων, έτους 2019,
της Ενιαίας Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων και
ακρόαση του Προέδρου, κ. Γεωργίου Καταπόδη