Κύριε Πρόεδρε,
Το παρόν νομοσχέδιο αφορά στην εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας με την Οδηγία της Ε.Ε. με αριθμό 2017/1564.
Οι ρυθμίσεις της Οδηγίας αυτής αντιστοιχούν στις διατάξεις της Συνθήκης του Παγκόσμιου Οργανισμού Διανοητικής Ιδιοκτησίας «Συνθήκης του Μαρακές για τη διευκόλυνση της πρόσβασης τυφλών, αμβλυώπων ή ατόμων με άλλα προβλήματα ανάγνωσης εντύπων σε δημοσιευμένα έργα».
Στην πράξη, πρόκειται πράγματι για μια πιο ολοκληρωμένη, ενιαία ρύθμιση, δυστυχώς όχι πλήρη, που έρχεται να καλύψει – ως ένα βαθμό – τις ελλείψεις του νομοθετικού και κανονιστικού πλαισίου, όπως αυτό ίσχυε μέχρι σήμερα.
Μιλάμε, δηλαδή, για το άρθρο 28Α του ν. 2121/1993, όπως αυτό προστέθηκε με το νόμο 3057/2002, και την Υπουργική απόφαση του Υπουργείου Πολιτισμού (98546/2007), που εκδόθηκε με τη νομοθετική εξουσιοδότηση του άρθρου αυτού.
Εκτός από την Οδηγία αυτή, συναφή με το θέμα είναι και :
(1ον) Η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία, και, ιδίως, για το κρίσιμο εδώ θέμα, το άρθρο 30.
Η σύμβαση, μάλιστα, αυτή έχει στο ελληνικό νομοθετικό πλαίσιο την αυξημένη ισχύ του άρθρου 28 του Συντάγματος, αφού έχει ήδη κυρωθεί, με το νόμο 4074/2012.
(2ον) Η από 14/4/2014 Απόφαση του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης 2014/221, για τη σύναψη από πλευράς της της Συνθήκης του Μαρακές. Και
(3ον) Ο Κανονισμός 2017/1563 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Σεπτεμβρίου 2017, για τη διασυνοριακή ανταλλαγή μεταξύ της Ένωσης και τρίτων χωρών αντιγράφων προσβάσιμης μορφής συγκεκριμένων έργων και άλλων θεμάτων που προστατεύονται από δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας και συναφή δικαιώματα, προς όφελος των συγκεκριμένων ατόμων.
Το νομοσχέδιο συνίσταται στην ολική αναμόρφωση του άρθρου 28Α του ν. 2121/93, ενώ επίσης καταργεί και την Υπουργική απόφαση, που αναφέραμε.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι το σχέδιο νόμου για την ενσωμάτωση της Οδηγίας αυτής είχε τεθεί σε διαβούλευση τον Φεβρουάριο του 2019, χωρίς όμως να ολοκληρωθεί η ψήφισή του στη Βουλή.
Στην πραγματικότητα, θα έπρεπε να έχει ενσωματωθεί από τον Οκτώβριο του 2018, οπότε, για μία ακόμη φορά, έχουμε και πάλι καθυστερήσει.
Το πλαίσιο της Συνθήκης του Μαρακές αλλά και της συγκεκριμένης Οδηγίας κινείται – κατ’ αρχήν – προς τη σωστή κατεύθυνση.
Συμβάλλει, δηλαδή στην υπέρβαση των εμποδίων που αποβαίνουν σε βάρος των ατόμων με αναπηρία, όσον αφορά στην πρόσβασή τους σε πολιτιστικό υλικό.
Η Συνθήκη του Μαρακές όρισε ένα σύνολο διεθνών κανόνων, που εξασφαλίζουν τη θέσπιση περιορισμών ή εξαιρέσεων ως προς τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας, προς όφελος των τυφλών, των αμβλυώπων και των ατόμων με άλλα προβλήματα ανάγνωσης εντύπων.
Καθιστά επίσης δυνατή τη διασυνοριακή ανταλλαγή αντιγράφων δημοσιευμένων έργων που έχουν παραχθεί σε προσβάσιμο μορφότυπο.
Τα άτομα που είναι τυφλά, έχουν προβλήματα όρασης ή αντιμετωπίζουν άλλα προβλήματα, που τα εμποδίζουν να διαβάζουν έντυπο υλικό, εξακολουθούν να συναντούν πολλά εμπόδια όσον αφορά την πρόσβαση σε βιβλία και άλλα έντυπα.
Και δεν πρόκειται μόνο για τους τυφλούς ή τους αμβλύωπες. Εντυποανάπηροι είναι και τα άτομα με αναγνωστικές ή αντιληπτικές αναπηρίες. Προβλήματα ανάγνωσης έχουν και δυσλεκτικοί, καθώς και άτομα με σωματική αναπηρία που τους εμποδίζει στο φυσικό χειρισμό του βιβλίου κ.ο.κ.
Έχει, οπωσδήποτε και διεθνώς αναγνωρισθεί η ανάγκη να αυξηθεί ο αριθμός των έργων και άλλου προστατευόμενου υλικού σε προσβάσιμους μορφοτύπους, όπως η γραφή Μπράιγ, η ηχογράφηση ή η εκτύπωση με μεγάλα τυπογραφικά στοιχεία.
Αντίστοιχη ρύθμιση, προβλέπεται, πρόσθετα, και προς όφελος των κωφών ατόμων, αν και πρόκειται για κατηγορία που δεν περιλαμβάνεται στη συγκεκριμένη Οδηγία.
Η προσθήκη αυτή είναι οπωσδήποτε θετική, γιατί υπάρχει ανάγκη κάλυψης των αντίστοιχων αναγκών.
Εξάλλου, οι κωφοί συμπεριλαμβάνονται στους δικαιούχους του πλαισίου που ισχύει μέχρι σήμερα στη χώρα μας.
Με βάση την παρούσα νομοθετική λογική, Δικαιούχοι και Οργανώσεις θα μπορούν να δημιουργούν αντίγραφα των έργων σε προσβάσιμους μορφότυπους αλλά και να διανέμουν αυτά στην Ευρωπαϊκή Ένωση και σε τρίτες χώρες που είναι συμβαλλόμενα μέρη της Συνθήκης.
Δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι η Πολιτεία έχει υποχρέωση να διασφαλίζει την πρόσβαση των εντυποαναπήρων, αλλά και των κωφών, στην εν γένει πνευματική παραγωγή.
Σε ιδανικό επίπεδο, θα μιλούσαμε για καθολική και άμεση προσβασιμότητα. Δυστυχώς, τα πραγματικά δεδομένα είναι απογοητευτικά.
Αναφέρω, χαρακτηριστικά, ότι, σε παγκόσμιο επίπεδο, ο αριθμός των προσβάσιμων βιβλίων δεν ξεπερνά το 5% αυτών που εκδίδονται. Και των προσβάσιμων ιστοσελίδων το 20%.
Δεν χρειάζεται να πούμε ότι στην Ελλάδα τα αντίστοιχα ποσοστά είναι ακόμα μικρότερα.
Η κατάσταση που αντιμετωπίζουν οι συμπολίτες μας αυτών των κατηγοριών είναι πραγματικά δραματική.
Ο αγώνας, τον οποίο καταβάλλουν, είναι τεράστιος και η δοκιμασία στην οποία υποβάλλονται δεν τιμά κανέναν μας.
Και είναι ντροπή για όλους μας το ότι τα εμπόδια τα οποία συναντούν είναι, πολλές φορές, αξεπέραστα.
Πέρα από τη σχετική συνταγματική επιταγή, η ανταπόκριση στο ζήτημα αυτό αποτελεί και θέμα αρχής, από πολιτική και κοινωνική άποψη.
Η υποχρέωση αυτή της Πολιτείας αντιστοιχεί και στο ατομικό δικαίωμα στην εκπαίδευση και τη μόρφωση, που εντάσσεται και στο γενικότερο δικαίωμα συμμετοχής στην κοινωνική και οικονομική ζωή.
Και έχει ιδιαίτερη σημασία αυτή η παραδοχή : ότι έχουμε, δηλαδή, να κάνουμε με ένα ζήτημα αρχής.
Γιατί, εάν – όντως – καθορίζουμε ως προτεραιότητα την εξυπηρέτηση των ειδικών αυτών αναγκών, αντίστοιχη θα είναι και η τοποθέτησή μας στα ειδικότερα ζητήματα που προκύπτουν, στη διαμόρφωση και την εφαρμογή του σχετικού νομοθετικού και κανονιστικού πλαισίου.
Νομίζω ότι υπάρχει μια κατ’ αρχήν συμφωνία όλων των πλευρών, ως προς τη σκοπιμότητα της συγκεκριμένης νομοθέτησης, δηλ. για την ενσωμάτωση της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2017/1564.
Πρόκειται για ένα κατ’ αρχήν θετικό βήμα.
Γεννώνται όμως πολλά ερωτηματικά, ως προς το αν η νομοθέτηση αυτή είναι πλήρης και ολοκληρωμένη.
Ανέφερα ήδη, ότι, προφανώς, αποτελεί κοινό μας στόχο η απόδοση της δυνατότητας στους εντυποανάπηρους, αλλά και στους κωφούς (είτε μέσω των φορέων τους είτε και ατομικά) να παράγουν αντίγραφα σε προσβάσιμους μορφότυπους, όπως π.χ. η γραφή Braille ή τα ηχογραφημένα βιβλία, χωρίς προηγούμενη άδεια του δημιουργού ή των λοιπών δικαιούχων.
Ένα κομβικό ζήτημα λοιπόν, που γεννάται, είναι σε ποιο βαθμό είναι θεμιτό να κάμπτονται, να υποχωρούν, τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας και τα συγγενικά δικαιώματα, απέναντι στην επιβεβλημένη εξυπηρέτηση των αναγκών των συγκεκριμένων κατηγοριών ατόμων.
Εντέλει, θα πρέπει να σταθμισθεί, στο νομοθετικό πεδίο, η διττή ανάγκη προστασίας δύο διαφορετικών δικαιωμάτων, συνταγματικά κατοχυρωμένων:
Αφενός, το δικαίωμα της πνευματικής ιδιοκτησίας, και αφετέρου, το δικαίωμα των ΑμΕΑ στην πρόσβασή τους στην πνευματική παραγωγή, στα έργα του λόγου, στην ανάγνωση και, εν τέλει, στη γνώση.
Η ίδια η Οδηγία, δίνει μία νομοθετική κατεύθυνση, αφού προδιαγράφει ότι «Εάν η ζημιά ενός κατόχου δικαιώματος είναι ελάχιστη, δεν θα πρέπει να γεννάται η υποχρέωση καταβολής αποζημίωσης».
Και με βάση αυτή την πρόβλεψη, το Υπουργείο, εισηγείται το παρόν νομοσχέδιο, επικαλούμενο ότι ο αριθμός των εντυποαναπήρων στην Ελλάδα και οι αντίστοιχες χρήσεις σε προσβάσιμο μορφότυπο, δεν είναι τέτοιου μεγέθους ώστε να δικαιολογείται η πρόβλεψη καθεστώτος αμοιβής ή αποζημίωσης υπέρ των εκδοτών και των δημιουργών.
Στο άρθρο 4, ορίζεται ότι οι προσβάσιμοι μορφότυποι μπορούν να παραχθούν μόνο από έργα στα οποία οι φορείς ή οι εντυποανάπηροι έχουν «νόμιμη πρόσβαση» (μέσω λ.χ. αγοράς).
Στη συνέχεια, στο άρθρο 6, προβλέπεται – θα έλεγα γενικόλογα – η υποχρέωση των αρμοδίων φορέων «να λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα για την αποτροπή της μη εξουσιοδοτημένης αναπαραγωγής και διάθεσης των έργων, που διαθέτουν, με προσβάσιμο μορφότυπο».
Στο σημείο αυτό έχουμε μία επιφύλαξη. Πιστεύουμε ότι, ίσως, θα πρέπει να αντιμετωπισθεί η δυνατότητα πιο συγκεκριμένων αναφορών και να ορίζονται – έστω ενδεικτικά – τα μέτρα για την αντιμετώπιση της «πειρατείας».
Και θέτουμε το ζήτημα αυτό γιατί δεν έχουμε πεισθεί, κυρία Υπουργέ, ότι αρκεί η καταφυγή στην απλή μνεία της Αιτιολογικής Έκθεσης, για τα «πρότυπα και τις κατευθυντήριες οδηγίες της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος», στην οποία αποδίδετε, μάλιστα, «κανονιστική σημασία».
Δεν θα ήταν, νομοτεχνικά, πιο ορθό και ασφαλές, να ενσωματωθούν τα στοιχεία αυτά στο κείμενο του νόμου ;
Και μία πρόσθετη παρατήρηση στο άρθρο 6, στο στοιχεία α και στην περίπτωση δδ :
Προβλέπεται η υποχρέωση του αρμόδιου φορέα για γνωστοποίηση και δημοσίευση πληροφοριών για τον τρόπο συμμόρφωσης προς τις προηγούμενες υποχρεώσεις.
Τέθηκε και στην Επιτροπή – και πιστεύουμε σωστά – ότι θα πρέπει να προστεθεί η φράση «με την επιφύλαξη της προστασίας των προσωπικών δεδομένων των επωφελούμενων».
Αναφερόμαστε στην ορθή και σύννομη πρακτική εφαρμογή :
Αν ο εκδότης ζητά από τον φορέα τα στοιχεία των επωφελούμενων, για να διαπιστώσει ο ίδιος την «υπαρκτή ανάγκη», τότε θα έχουμε προφανή παραβίαση των ευαίσθητων δεδομένων των ενδιαφερομένων.
Ομοίως, στη συνέχεια, στο ίδιο άρθρο, 6, στην παράγραφο 7, προβλέπεται η υποχρέωση των εκδοτών να παρέχουν στους αρμόδιους φορείς τα αρχεία των έργων σε ψηφιακή μορφή, “υπό την προϋπόθεση” (όπως αναφέρεται) “ότι τα τηρούν σε ψηφιακή μορφή”.
Η τελευταία, αυτή, προϋπόθεση μπορεί, δυστυχώς να χρησιμοποιηθεί παρελκυστικά σε πολλές περιπτώσεις έργων.
Θα ήταν πιο ορθό να υπάρχει η διατύπωση ότι «οι εκδότες υποχρεούνται να παρέχουν έναν προσβάσιμο μορφότυπο των έργων».
Τέλος, για το ίδιο άρθρο, 6, στο επόμενο εδάφιο, για την περίπτωση άρνησης των εκδοτών να παρέχουν αρχεία έργων, η νομική προστασία, που παρέχεται στους αρμόδιους φορείς και τους επωφελούμενους, μέσω του άρθρου 946 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, δεν είναι κατά την άποψή μας πρόσφορη.
Είναι και χρονοβόρα και δαπανηρή.
Θα έπρεπε να παρέχεται άλλος τρόπος, μέσω εξωδικαστικού μηχανισμού ή ενώπιον διοικητικού οργάνου, όπως η Επιτροπή του Οργανισμού Πνευματικής Ιδιοκτησίας.
Ή έστω, τουλάχιστον, η ένταξη των διαφορών αυτών στην ταχύτερη διαδικασία των Ασφαλιστικών Μέτρων.
Στο άρθρο 7, προβλέπεται καθεστώς αποζημίωσης, ειδικά και μόνο για τα εκπαιδευτικά συγγράμματα, όλων των βαθμίδων της εκπαίδευσης, και, συγκεκριμένα, ταυτιζόμενο με το σύστημα που ισχύει για τους κοινούς χρήστες (δηλ. τους μη “εντυποανάπηρους”).
Θεωρούμε δεδομένο, στο σημείο αυτό, ότι το κόστος της αποζημίωσης δεν θα βαρύνει επ’ ουδενί τους επωφελούμενους αλλά το Δημόσιο.
Ως προς τα υπόλοιπα πνευματικά έργα, πέρα από τα εκπαιδευτικά συγγράμματα, το Υπουργείο επικαλείται «δυσχέρεια» ως προς την εκπόνηση και έκδοση Κοινής Υπουργικής Απόφασης, που να καθορίζει τον τρόπο υπολογισμού των χρήσεων των εντυποαναπήρων και τον αντίστοιχο μηχανισμό αποζημίωσης των εκδοτών.
Δυσχέρεια, που προβάλλεται ότι θα λειτουργήσει, τελικά, σε βάρος των δικαιωμάτων των «επωφελούμενων».
Και σε αυτό το σημείο, δεν έχουμε πεισθεί απόλυτα.
Παρατηρούμε, άλλωστε, μία καταφανή αντίθεση:
Στο άρθρο 8, που αναφέρεται ειδικά στους κωφούς, εκεί, προβλέπεται η έκδοση Κοινής Υπουργικής Απόφασης για την περαιτέρω εξειδίκευση των όρων χρήσης.
Εκεί δεν υπάρχει δυσχέρεια;
Μα, πρόκειται για το ίδιο σχεδόν αντικείμενο ρυθμίσεων !...
Επισημαίνουμε, πάντως, ότι εμφανίζεται ως πρόσθετη βάση της νομοθετικής βούλησης, και η εκτίμηση ότι «η ζημία των εκδοτών θα ήταν μη ουσιώδης και γι’ αυτό δεν υπάγονται σε καθεστώς αποζημίωσης».
Έχει, ασφαλώς, σημασία, για το συγκεκριμένο θέμα, και το ότι η χρήση υπέρ των εντυποαναπήρων – και εν γένει των επωφελουμένων – δεν έχει κερδοσκοπικό χαρακτήρα.
Αρκεί, βέβαια, να διασφαλίζεται ο αποκλεισμός κερδοσκοπικής δραστηριότητας, στο πεδίο αυτό.
Έχει σημασία, επίσης, το τι συμβαίνει στις άλλες χώρες.
Στις περισσότερες δεν προβλέπεται αποζημίωση υπέρ των δικαιούχων (: Γαλλία, Βέλγιο, Πολωνία, Ηνωμένα Βασίλειο και Ιρλανδία).
Στη Γερμανία και την Αυστρία προβλέπεται αποζημίωση αλλά, με βάση τα στοιχεία που έχουμε στη διάθεσή μας, δεν έχει ουσιαστικά εφαρμοστεί.
Τέλος, σε δύο χώρες (Δανία και Φινλανδία) προβλέπεται αποζημίωση μόνο για τα ακουστικά βιβλία.
Εκτός Ευρώπης, αναφέρουμε ενδεικτικά τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ιαπωνία, που είναι μεγάλες χώρες, με τεράστιο όγκο προσβάσιμου υλικού, στις οποίες δεν προβλέπεται αποζημίωση.
Τελειώνοντας, θα πρέπει να πούμε, για το θέμα αυτό, και πέρα από τη συγκεκριμένη νομοθέτηση, ότι :
Εμείς, ακούμε με πολλή προσοχή και συντασσόμαστε με την πρόταση της συγκρότησης ενός δημόσιου φορέα, ας το πούμε ενός Ειδικού Εθνικού Τυπογραφείου, που θα αναλάβει το έργο έκδοσης των πνευματικών έργων σε μορφότυπους προσβάσιμους για τις κατηγορίες των ατόμων, για τις οποίες συζητάμε.
(Πρόκειται για πρόταση που έφερε στην Επιτροπή η Συντονιστική Επιτροπή Αγώνα Αναπήρων).
Και καλούμε και την Κυβέρνηση να επεξεργαστεί άμεσα και να προωθήσει νομοθετικά τη θεσμοθέτηση μιας τέτοιας υποδομής.
Υπάρχουν δημόσιοι και ακαδημαϊκοί φορείς που ήδη δραστηριοποιούνται στον τομέα αυτό και έχουν κατακτήσει πολύτιμη εμπειρία και τεχνογνωσία. Υπάρχει, εξάλλου και η σχετική διεθνής εμπειρία.
Η Ελλάδα, δυστυχώς – και λυπάμαι που το λέω – υστερεί δραματικά, τόσο ως Πολιτεία όσο και ως κοινωνία, σε σχέση με το σεβασμό των δικαιωμάτων των ΑΜΕΑ.
Δεν υπάρχουν περιθώρια για άλλες καθυστερήσεις.
Ας μην εξαντλούμε το νομοθετικό έργο στην ενσωμάτωση Ευρωπαϊκών Οδηγιών.
Ας ανταποκριθούμε στις πραγματικές ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας.
Να μια ανοιχτή πρόκληση για όλους μας !
Το βίντεο της ομιλίας εδώ