Η επαγγελματική εκπαίδευση είναι διαχρονικά ο φτωχός συγγενής στο πλέγμα των εκπαιδευτικών δομών στη χώρα μας.
Την τελευταία δεκαετία έχει ουσιαστικά αφεθεί στην τύχη της. Μόνο αποσπασματικές και ασαφείς ρυθμίσεις και διαρκής υποβάθμιση στο σχεδιασμό, την υλοποίηση και την αξιολόγηση του έργου της.
Και όμως : Η επαγγελματική εκπαίδευση αποτελεί σπουδαίο τομέα της εκπαιδευτικής διαδικασίας, αφού προσφέρει εκπαίδευση, μόρφωση και επιμόρφωση στους νέους, με άμεσο όφελος για την παραγωγική διαδικασία και την κοινωνία.
Για την επίτευξη των σκοπών της είναι κρίσιμος ο διφυής χαρακτήρας του επαγγελματικού σχολείου .
Πρέπει να είναι ένα σχολείο που να παρέχει παιδεία και μόρφωση ισότιμη με τη λοιπή εκπαίδευση, σε συνδυασμό, όμως, με την επαγγελματική κατάρτιση.
Το παρόν νομοσχέδιο φοβάμαι ότι δεν κινείται σε αυτή την κατεύθυνση. Επομένως, δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες της νεολαίας και της κοινωνίας.
Η σχολική λειτουργία, δυστυχώς, αφανίζεται. Ο νέος αισθάνεται ότι εκδιώκεται από το σχολείο και αποκτά την αντίληψη ότι η σχολική διαδικασία, και, στη συνέχεια η κοινωνία, ταυτίζεται με τον εργασιακό χώρο. Το χώρο της ανήλικης εργασίας, χωρίς δικαιώματα.
Υπάρχει σε κάποιους η αντίληψη ότι οι νέοι στην τεχνική εκπαίδευση χρειάζονται μόνο τις απαραίτητες τεχνικές γνώσεις, και τίποτε άλλο.
Ότι δήθεν αφορά σε παιδιά που, έτσι κι αλλιώς, “δεν παίρνουν τα γράμματα”.
Και, επομένως, ο ρόλος του σχολείου περιορίζεται στη βασική εξειδίκευση και σε επαγγελματική εκπαίδευση εκτός των αντικειμένων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
Έτσι, η επαγγελματική εκπαίδευση δεν είναι ποτέ ελκυστική. Ταυτίζεται με μειωμένο κύρος και χαμηλές κοινωνικές προσδοκίες.
Εμείς, αντίθετα, πιστεύουμε ότι η εξέλιξη του νέου ανθρώπου χρειάζεται ευρύτητα γνωστικών αντικειμένων.
Δεν εξαιρούμε από τους σπουδαστές της τεχνικής εκπαίδευσης το δικαίωμα στη μόρφωση, και σε άλλα πεδία (ιστορία, τέχνη, φιλοσοφία, οικονομικά). Όπως όλοι οι νέοι.
Ο Νούτσιο Όρντινε, στο βιβλίο του «Η χρησιμότητα του Άχρηστου» , μας λέει ότι το υπόβαθρο για την καλλιέργεια, την κουλτούρα, τη συναισθηματική νοημοσύνη, την ενσυνειδητότητα το δίνουν οι λεγόμενες «άχρηστες» γνώσεις, γιατί το πνεύμα κινεί το σώμα και συλλαμβάνει και αφομοιώνει τις παραστάσεις, που εκπορεύονται από άλλα παρόμοια πνεύματα.
Κατανόηση, λέει, είναι η σύλληψη και αφομοίωση των παραστάσεων που έρχονται από παρόμοια πνεύματα. Με μια τέτοια αγωγή καλλιεργείται η νοητική δυνατότητα κατανόησης και το σύνολο των γνμώσεων γίνεται κτήμα του μαθητή.
Η κυρίαρχη, σήμερα, ιδεολογία αποστρέφεται την ιδέα της ευρείας, μαζικής, δημόσιας παιδείας για όλον τον λαό, και για τις χαμηλότερες κοινωνικές τάξεις.
Γι’ αυτό, καθιερώνονται «κάστες» εκπαίδευσης, με διαχωρισμούς από την πιο τρυφερή ηλικία. Ο εργάτης σήμερα πρέπει να γνωρίζει να γράφει, να διαβάζει και να αριθμεί. Μέχρι εκεί όμως. Κυρίως για λόγους ασφάλειας και εντατικοποίησης της παραγωγής.
Ο ξενοδοχειακός υπάλληλος πρέπει να γνωρίζει και λίγο ξένη γλώσσα. Ο ανώτερος υπάλληλος, να ξέρει και κάτι περισσότερο.
Γι’ αυτό και πρέπει να υπάρχουν διαβαθμίσεις : Τεχνική Σχολή, Επαγγελματικό Λύκειο, Μεταλυκειακό, ΙΕΚ, πανεπιστήμιο κ.λπ. Να υπάρχει κατακερματισμός της τεχνικής εκπαίδευσης. Για να μην εξασφαλίζονται στοιχειώδη επαγγελματικά δικαιώματα, αλλά μόνο η εργαλειακή ένταξη στην παραγωγή, χωρίς παραπάνω γνώση και χωρίς εποπτεία.
Η δύσκολη γνώση προορίζεται μόνο για την κυρίαρχη τάξη.
Για τους «άριστους», που έτσι διαχωρίζονται από τους πολλούς, που δεν έχουν πρόσβαση σε αυτήν και αποκτούν κρίσιμο πλεονέκτημα.
Αυτό εμφανίζεται ως «αριστεία», είναι η αναπαραγωγή αυτής της αμείλικτης ταξικής αντίληψης.
Οι κοινωνικές και οικονομικές προϋποθέσεις στην αφετηρία, εξασφαλίζουν τη δυνατότητα πρόσβασης και το καθοριστικό πλεονέκτημα στην πρόσληψη γνώσης και στην εξέλιξη.
Αυτή η αντίληψη προορίζει για τις κατώτερες τάξεις μόνο την τεχνική εκπαίδευση, που προσφέρει εξειδίκευση, αλλά όχι καλλιέργεια.
Σ εαυτό το νομοσχέδιο, ο διαχωρισμός γίνεται στη ηλικία των 15. Στη Γερμανία, ήδη από τα 8 !
Η όποια τεχνική σχολή πρέπει να είναι, πρώτ’ απ’ όλα, σχολείο.
Ο εργατοτεχνίτης πρέπει έχει τη δυνατότητα συμμετοχής στις συζητήσεις για την κοινωνική πραγματικότητα, που απαιτεί οργανωμένη γνώση και αντίληψη.
Αλλιώς, θα είναι πάντοτε έρμαιο της Μαζικής Ενημέρωσης και της συστημικής προπαγάνδας.
Σε κάθε περίπτωση, η τεχνική και επαγγελματική εκπαίδευση πρέπει να καλύπτει τις απαιτήσεις σε εργαστήρια, υποδομές και εξοπλισμό.
Αυτό σημαίνει απαιτήσεις επένδυσης, εάν θέλουμε ουσιαστικές σπουδές και όχι μια εκπαίδευση χαμηλότερης ποιότητας ή δεύτερης και τρίτης ταχύτητας.
Ούτε αυτό διασφαλίζεται από τούτο το νομοσχέδιο.
Στη συνέχεια, είναι σημαντικό στην τεχνική εκπαίδευση, οι νέοι να μπορούν να επιλέξουν την ειδικότητα και το θεματικό πεδίο μάθησης που τους ενδιαφέρει. Να μην ωθούνται, με οποιονδήποτε τρόπο, σε ειδικότητες άσχετες με τα ενδιαφέροντά τους.
Και αυτά πάντα στη δημόσια εκπαίδευση. Όχι στο ιδιωτικό εκπαιδευτήριο, με αδρό αντίτιμο.
Επίσης, οι νέες και νέοι της επαγγελματικής εκπαίδευσης, πρέπει να έχουν στο χρόνο της μαθητείας τους πλήρη εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα.
Κάτι ακόμα, θεμελιώδες : Η επαγγελματική και τεχνική εκπαίδευση πρέπει να παρέχει τίτλους σπουδών που συνιστούν αυτοδίκαια, πιστοποίηση και για την ειδικότητα και για τα αντίστοιχα επαγγελματικά δικαιώματα.
Έτσι, η επαγγελματική εκπαίδευση απαιτεί ουσιαστικά και επαγγελματικό προσανατολισμό και προοπτική γνώση των αναγκών της κοινωνίας και της οικονομίας.
Αυτό σημαίνει ότι απαιτεί πολιτικό και οικονομικό σχεδιασμό για τις επενδύσεις έντασης εργασίας. Ένα συνολικό πλάνο προτεραιοτήτων και αναπτυξιακής προοπτικής, με τις αναγκαίες μακροοικονομικές παραμέτρους αλλά και με μελέτες για βιοτικούς τομείς όπως εργασιακά, κοινωνικοασφαλιστικά, περιβάλλον κ.λπ.
Η ιστορική εμπειρία αποδεικνύει πως μόνο με τέτοιο προσανατολισμό προόδευσε η επαγγελματική εκπαίδευση.
Τόσο στις λεγόμενες λαϊκές δημοκρατίες, όσο και στον βιομηχανικό καπιταλισμό στη Δύση (Γερμανία, Βρετανία και Σκανδιναβικές χώρες).
Εδώ μάλλον η Κυβέρνηση δεν ασχολείται με αυτά. Κυριαρχείται από την αντίληψη ότι η αγορά αυτορυθμίζεται, με τρόπο μαγικό. Όποτε χρειαστεί, βέβαια, παρέχεται κρατική βοήθεια στις μεγάλες επιχειρήσεις. Στον νεοφιλελευθερισμό, βέβαια υπάρχει και παράλληλη πολιτική. Καταστρέφονται σκόπιμα κομμάτια της κοινωνίας, και πάνω στα συντρίμμια τους συντελείται ανοικοδόμηση, για να παραχθούν νέες υπεραξίες και νέα χρηματοοικονομικά προϊόντα.
Αυτό το δόγμα δεν αφήνει περιθώρια σχεδιασμού των αναγκών που πρέπει να καλύψει η τεχνική και επαγγελματική εκπαίδευση.
Δεν υπάρχει βάση ούτε δεδομένων ούτε προβλέψεων, για τον καθορισμό των αναγκών και τον επαγγελματικό προσανατολισμό.
Όμως, το νομοσχέδιο για την τεχνική εκπαίδευση έχει και άλλες κρίσιμες πτυχές.
Η τεχνική εκπαίδευση μετατρέπεται σε μία αγορά ελπίδας. Οι βέβαιοι ωφελημένοι θα είναι οι ιδιοκτήτες των ιδιωτικών επαγγελματικών εκπαιδευτηρίων.
Και οι εκπαιδευόμενοι, οι εργαζόμενοι, θα βρίσκονται σε ένα μόνιμο κυνήγι προσόντων, χρηματοδοτώντας την ιδιωτική αγορά δεξιοτήτων.
Είναι βέβαιο ότι ένα τέτοιο νομικό πλαίσιο, όπως αυτό που προτείνετε, θα δημιουργήσει ακόμη μεγαλύτερους αποκλεισμούς και θα εντείνει τις κοινωνικές αντιθέσεις.
Στο κυρίως σώμα του νομοσχεδίου, είναι χαρακτηριστικό ότι οι εκπαιδευτικοί απουσιάζουν από τους θεσμούς διακυβέρνησης της επαγγελματικής εκπαίδευσης, τόσο κεντρικά όσο και περιφερειακά. Συμμετέχουν, όμως, εκπρόσωποι εργοδοτικών οργανώσεων, Υπουργείων, Περιφερειών , της ΚΕΔΕ μια και των επιχειρηματιών.
Προωθείτε μια επαγγελματική εκπαίδευση που οργανώνεται μόνο με βάση τις στενές τοπικές ανάγκες της αγοράς, στη χειρότερη μορφή της.
Πρόσωπα που δεν σχετίζονται με την εκπαίδευση θα εισηγούνται για τμήματα, κατευθύνσεις και ειδικότητες που θα έχουν οι Σχολές Επαγγελματικής Κατάρτισης (ΣΕΚ), οι Επαγγελματικές Σχολές του ΟΑΕΔ (ΕΠΑΣ), όπως και τα Επαγγελματικά Λύκεια (ΕΠΑΛ) και τα Πρότυπα Επαγγελματικά Λύκεια (ΠΕΠΑΛ) ανά περιφέρεια.
Μίλησα πριν, για τον κατακερματισμό. Ας το δούμε:
Ο νέος από την ηλικία των 15 ετών ωθείται στην έξοδο από το σχολείο και το σχολικό περιβάλλον. Οδηγείται, εντελώς πρόωρα, στην ανήλικη εργασία, γιατί αυτό είναι η «κατάρτιση» στις ΣΕΚ και στις ΕΠΑΣ. Για αυτήν, άλλωστε, υπάρχει η δυνατότητα κρατικής χρηματοδότησης, με ένα δωρεάν εργατικό δυναμικό για τις επιχειρήσεις. Σε αυτό το πλαίσιο, ο 15χρονος νέος θα αποκόπτεται οριστικά από τη γενική παιδεία και τη σχολική μόρφωση.
Σε αυτή την τεχνική εκπαίδευση, οι εκπαιδευτές θα είναι υπαμειβόμενοι ωρομίσθιοι, με αδιευκρίνιστα προσόντα. Θα υλοποιείται και με τηλεεκπαίδευση, που είναι αντικειμενικά προβληματική για τα πρακτικά ζητήματα, εκτός από το ότι αποκόπτει ακόμη περισσότερο το νέο από το σχολικό κοινωνικό περιβάλλον.
Η διάρκεια της εκπαίδευσης προβλέπεται διετής και ο απόφοιτος θα λαμβάνει το χαμηλότερο τίτλο κατάρτισης, επιπέδου 3.
Στη συνέχεια θα μπορεί να εγγραφεί στη Β΄ τάξη του ΕΠΑΛ.
Προβλέπεται, επίσης, η δυνατότητα ίδρυσης ιδιωτικών ΕΣΚ. Εκεί η εποπτεία του Υπ. Παιδείας θα αφορά μόνο σε εκπαιδευτικά θέματα - ποια είναι αυτά; Η δε ρύθμιση του πλαισίου λειτουργίας και οργάνωσης των Σχολών, θα ανήκει όχι στον Υπουργείο Παιδείας αλλά στον αντίστοιχα αρμόδιο υπουργό (Τουρισμού, Βιομηχανίας κ.λπ).
Ο κύριος όγκος των παιδιών των λαϊκών οικογενειών θα οδηγείται στην τελευταία ταχύτητα της τεχνικής εκπαίδευσης.
Θα μεγαλώνουν οι ταξικοί φραγμοί, με σκοπό τη δημιουργία ευέλικτων εργαζομένων, χωρίς δικαιώματα.
Ο αναμενόμενος χρονικός ορίζοντας της απασχόλησης αυτών των νέων περιορίζεται στην ολοκλήρωση της επιδοτούμενης μαθητείας. Μετά την αποφοίτησή τους, οι επιχειρήσεις θα τους αντικαθιστούν με νέους, φθηνούς, μαθητευόμενους.
Μπορεί να αναβιώσει και το πνεύμα των αναμορφωτικών οίκων της περιόδου του Ντίκενς. Πάντως, διαμορφώνεται μία πολύ επικίνδυνη κατάσταση, με την πρόωρη απομάκρυνση των παιδιών από το σχολικό περιβάλλον και την καθοδήγησή τους στην ανήλικη εργασία.
Το ηλικιακό όριο της απομάκρυνσης από το σχολείο θα μικραίνει συνεχώς τα επόμενα χρόνια και ταυτόχρονα θα περιορίζεται συνεχώς η παιδική ηλικία, ενώ θα ελαστικοποιούνται αναπόδραστα και τα όρια της ανήλικης εργασίας.
Ο κατακερματισμός της τεχνικής εκπαίδευσης συνεχίζεται, με τη δημιουργία μίας ακόμα ταχύτητας τεχνικής εκπαίδευσης. Τα πρότυπα επαγγελματικά Λύκεια (ΠΕΠΑΛ)
Τα ΠΕΠΑΛ θα ιδρύονται με βάση πρόταση του επιχώριου Συμβουλίου Σύνδεσης με την Παραγωγή και την Αγορά Εργασίας. Δεν θα εξυπηρετούν εκπαιδευτικές ανάγκες, αλλά τις ανάγκες των επιχειρηματιών, με κριτήρια αγοράς και στενή τοπική αντίληψη.
Δεν θα έχουν ομοιομορφία ούτε όλες τις ειδικότητες, παρά μόνο όσες εισηγείται το τοπικό Συμβούλιο Σύνδεσης .
Και όπως έχουμε εμπειρία και παραδείγματα για τα αποτελέσματα της εξειδίκευσης που υπηρετεί την αγορά με στενά τοπικά κριτήρια. Αρκεί να αναφέρω την κλωστοϋφαντουργία στην περιοχή της Νάουσας. Μόλις έφυγαν τα κλωστοϋφαντουργεία ερημοποιήθηκε ο τόπος.
Στα ΕΠΑΛ και ΠΕΠΑΛ, μία ημέρα της εβδομάδας, διάρκειας 6 ωρών, θα είναι εργαστηριακή, σε φορείς του δημοσίου, του ευρύτερου δημοσίου ή και του ιδιωτικού τομέα, δηλαδή παροχή δωρεάν εργασίας για τις επιχειρήσεις που θα επιλέγει το Συμβούλιο Σύνδεσης.
Στα ΙΕΚ, για πρώτη φορά, ο Διευθυντής δεν θα είναι εκπαιδευτικός. Επίσης θα παρέχεται δυνατότητα τηλεεκπαίδευσης, που σημαίνει πολύ αμφίβολη επάρκεια και αποτελεσματικότητα εκπαίδευσης στα εργαστηριακά μαθήματα.
Θα σταθώ στο γεγονός ότι , πλέον, δεν θα αρκεί η αποφοίτηση από τις δομές της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης αλλά θα χρειάζεται πάντοτε πιστοποίηση, σε όλες τις βαθμίδες, και από ιδιωτικούς φορείς. Έτσι, δημιουργείται μία μια νέα αγορά, αλλά και πολλά προβλήματα για την αξιοπιστία της πιστοποίησης.
Εντύπωση προκαλεί και το πλήθος των εξουσιοδοτικών διατάξεων, που αφήνουν περιθώρια για αποσπασματική, αδιαφανή και ανέλεγκτη ρύθμιση των θεμάτων της τεχνικής εκπαίδευσης.
Αυτό είναι πολύ επικίνδυνο, γιατί πρόκειται για διαδικασίες και φορείς που απορροφούν τεράστια κονδύλια από εθνικούς και κοινοτικούς πόρους.
Καταλήγω:
Στο ΜέΡΑ25 θεωρούμε πολύ σπουδαίο κεφάλαιο την επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση .
Πρέπει λοιπόν να αποσυρθεί άμεσα αυτό το αντιεκπαιδευτικό νομοσχέδιο .
Αν η κυβέρνηση επιθυμεί να ενισχύσει πραγματικά την Τεχνική και Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση, ας αφήσει τους αναχρονισμούς και τις ιδεοληψίες της και να ακούσει τις θέσεις των απολύτως εξειδικευμένων εκπαιδευτικών.
Να φέρει ένα νομοσχέδιο που θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες τις κοινωνίας και της νεολαίας.
Που θα αναδεικνύει το διακριτό ρόλο των δομών της κατάρτισης και θα στηρίζει το σχολικό και εκπαιδευτικό χαρακτήρα της κάθε δομής Τεχνικής και Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης.
Που θα σταματήσει τον κατακερματισμό της επαγγελματικής εκπαίδευσης και θα κρατά το συνολικό έλεγχο στο Υπουργείο Παιδείας.
Να ιδρύσει Πειραματικά ΕΠΑΛ με όλες τις ειδικότητες, για τη βελτίωση των εκπαιδευτικών πρακτικών, προκειμένου να εφαρμοσθούν και στην υπόλοιπη Επαγγελματική Εκπαίδευση.
Να παγιώσει τον επιτυχημένο θεσμό «Μια Νέα Αρχή στα ΕΠΑΛ».
Να διευρύνει και να ενισχύσει, αντί για την αμισθί μαθητεία των ανηλίκων, το μεταλυκειακό έτος μαθητείας, η περαίωση του οποίου θα οδηγεί σε αυτοδίκαιη πιστοποίηση, χωρίς εξετάσεις.
Να παρέχει δυνατότητες για τη δια βίου μάθηση, την άτυπη μάθηση, το σχολείο δεύτερης ευκαιρίας και τον προγραμματισμό της εκπαίδευσης των ενηλίκων.
Και κάτι τελευταίο, αλλά όχι έσχατο :
Στο άρθρο 147 του νομοσχεδίου έρχεται προς ψήφιση η κύρωση της Συμφωνίας της 4ης Ιουλίου 2019, για το Ελληνογερμανικό Ίδρυμα Νεολαίας. Ένας εκμαυλιστικός θεσμός της προπαγάνδας του βαθέως γερμανικού κράτους, που δεν έχει κανένα σκοπό διεθνούς συνεργασίας αλλά αποσκοπεί μόνο στην άμβλυνση της ιστορικής μνήμης των εγκλημάτων της Κατοχής και του Ναζισμού στην Ελλάδα.
Ένα θεσμό που έχει καταγγελθεί οξύτατα (και βάσιμα) και από το Εθνικό Συμβούλιο Διεκδίκησης των οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα και από διαπρεπείς Έλληνες πανεπιστημιακούς.
Να θυμίσω ότι η συγκεκριμένη συμφωνία υπογράφηκε εν κρυπτώ και παραβύστω , δύο ημέρες πριν τις Εθνικές Εκλογές του 2019, ενώ οι προκαταρκτικές συμφωνίες υπογράφηκαν στις 4 Δεκεμβρίου 2016 και στις 26 Ιουλίου 2017 , επί ΣΥΡΙΖΑ.
Του ΣΥΡΙΖΑ, που κρατούσε χρόνια στο συρτάρι το Πόρισμα της Διακομματικής Επιτροπής για τις ελληνικές απαιτήσεις, για να το κάψει ως προεκλογικό πυροτέχνημα. Όπως έκαψε και τη ρηματική διακοίνωση προς το Γερμανικό Κράτος για τις γερμανικές οφειλές , που και αυτή έγινε ως προεκλογικό πυροτέχνημα τον Ιούνιο του 2019.
Καλώ προσωπικά τον κάθε Βουλευτή να καταψηφίσει αυτό το άρθρο, εφόσον αυτό δεν αποσυρθεί.
Να αναφέρω ότι έχω ζητήσει, μέσω του κοινοβουλευτικού ελέγχου, το κείμενο της ρηματικής διακοίνωσης της Ελλάδας και εκείνο της Απάντησης της Γερμανίας, του Οκτωβρίου του 2019. Ο υπουργός των Εξωτερικών δεν ανταποκρίθηκε στο αίτημα, με μία αόριστη και έωλη δικαιολογία, επικαλούμενος απλώς πάγια πρακτική του Υπουργείου Εξωτερικών για τη διπλωματική αλληλογραφία.
Τα κείμενα αυτά τα ζητώ και τώρα. Ο Ελληνικός Λαός πρέπει να έχει πλήρη και διάφανη ενημέρωση για αυτό το κορυφαίο ζήτημα.