Ομιλία στην Ολομέλεια: Ενσωμάτωση Οδηγιών για την Πνευματική ιδιοκτησία

powered by social2s

Συζητάμε σήμερα ένα νομοσχέδιο του Υπουργείου Πολιτισμού & Αθλητισμού, το οποίο αφορά κατά κύριο λόγο στην ενσωμάτωση – με κάποια καθυστέρηση, βέβαια – Ευρωπαϊκών Οδηγιών, με διάφορες ρυθμίσεις για τα πνευματικά και τα συγγενικά δικαιώματα.

Το Δίκαιο της Πνευματικής Ιδιοκτησίας έχει ραγδαία εξέλιξη αλλά έχει και ανάγκη διαρκούς ανανέωσης – ακριβώς γιατί πρέπει να παρακολουθεί την πραγματική εξέλιξη των πραγμάτων, η οποία κινείται και αλλάζει με μεγάλες ταχύτητες.

Υπάρχει ένα τεράστιο οικοδόμημα διακίνησης και εκμετάλλευσης των έργων πνευματικής δημιουργίας. Στη βάση αυτού του οικοδομήματος βρίσκονται οι δημιουργοί – και σε πολλά καλλιτεχνικά έργα και οι εκτελεστές και ερμηνευτές. Είναι δεδομένο ότι χωρίς αυτούς δεν θα υπήρχε και τίποτε άλλο να συζητάμε. 

Πάνω στη δημιουργία όμως, πάνω στο έργο αυτών των ανθρώπων, έχει στηθεί ένα τεράστιο δίκτυο, ένας παγκόσμιος μηχανισμός διακίνησης, διάθεσης και πολύμορφης διαρκούς εκμετάλλευσης του έργου τους. Αυτή είναι η διαβόητη “αγορά”. 

Το πεδίο δράσης και οι δυνατότητες αυτού του τεράστιου μηχανισμού εκμετάλλευσης έχουν εκτοξευθεί σε επίπεδα που θα ήταν αδιανόητα πριν λίγα μόλις χρόνια. Η ψηφιακή τεχνολογία και το διαδίκτυο έχουν αλλάξει εντελώς τους όρους του παιχνιδιού. 

Οι δημιουργοί, οι συνδημιουργοί, οι εκτελεστές και οι ερμηνευτές ήταν ούτως οι άλλως, πάντα, η αδύναμη βάση όλου αυτού του συστήματος. Από τον καιρό ακόμα που η «αγορά» στην Ελλάδα, παραδείγματος χάριν, ήταν μόνο λίγοι εκδότες βιβλίων, μία μόνο δισκογραφική εταιρεία και το κρατικό ραδιόφωνο. 

Από τότε έχει κυλήσει πολύ νερό στο αυλάκι… Προστέθηκαν ραδιοφωνικοί και τηλεοπτικοί σταθμοί, ακόμα και με παγκόσμια εμβέλεια, και -βέβαια- οι ψηφιακές πλατφόρμες.

Απέναντι σε όλο αυτό τον μηχανισμό, η θέση του δημιουργού, αυτού που έχει το πρωτογενές δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας – του πραγματικού δικαιούχου – όλο και χειροτερεύει. Γίνεται όλο και πιο αδύναμος μπροστά στη διόγκωση της λεγόμενης αγοράς. Πολύ περισσότερο, αυτό ισχύει και για τα συγγενικά δικαιώματα.

Χωρίς αυτούς, όμως, δεν θα υπήρχε κανένα από το δισεκατομμύρια καθημερινά “κλικ” στους υπολογιστές όλου του κόσμου – δεν θα είχαν καν πρόγραμμα τα ραδιόφωνα και οι τηλεοράσεις… Με όρους βιομηχανικής εποχής θα λέγαμε ότι χωρίς αυτούς δεν θα γύρναγε κανένα γρανάζι · και όμως : τα γρανάζια της αγοράς τους συνθλίβουν. Γιατί πάντα έτσι λειτουργεί, έτσι αυτορυθμίζεται η αγορά !

Επιτείνεται, λοιπόν, διαρκώς μια κατάσταση όπου οι πραγματικοί δικαιούχοι έχουν όλο και μεγαλύτερη αντικειμενική αδυναμία να προστατεύσουν τα δικαιώματά τους και βρίσκονται σε όλο και πιο αδύναμη θέση να διαπραγματευτούν για αυτά.

Απέναντι σε αυτή την πορεία των πραγμάτων, ποια θα ήταν το χρέος της παρέμβασης του νόμου ;  Μα, να αποκαταστήσει – όσο μπορεί – μια ισορροπία. Να εξομαλύνει τη βαρβαρότητα της αγοράς και να προστατεύσει τα δικαιώματα και τη θέση των πραγματικών δικαιούχων.

 Εάν δεν το κάνει αυτό, τότε -απλώς- ο Νόμος (με νι κεφαλαίο) σέρνεται πίσω από τους νόμους της αγοράς και προσφέρει σε αυτήν μία πρόσθετη θεσμική αρωγή και στήριξη. Αυτή είναι η περίφημη “διευκόλυνση της αγοράς”.

Οι Οδηγίες, που ενσωματώνονται στο ελληνικό δίκαιο με το παρόν νομοσχέδιο, “πατάνε και στις δύο βάρκες”. Έχουν μία αφετηριακή βούληση και προστασίας δικαιωμάτων, που υποδηλώνεται σε κάποιες ρυθμίσεις, αλλά εγκαθιδρύουν ταυτόχρονα, σε πολλά σημεία, και πλαίσιο “διευκόλυνσης της αγοράς”. 

Για το πρώτο μέρος θα είμασταν θετικοί, για το δεύτερο είμαστε αρνητικοί. Γι’ αυτό και είπαμε ότι επί της Αρχής του νομοσχεδίου ψηφίζουμε ‘Παρών’ .

Ας έρθουμε τώρα στα πιο αξιοπρόσεκτα σημεία των διατάξεων του νομοσχεδίου :

Στα άρθρα 8 και 9 έχουμε την περίφημη «Εξόρυξη» Κειμένων και Δεδομένων (άρθρα 8 και 9). 

Το συζητήσαμε και στην Επιτροπή κ. Υπουργέ. Ο συγκεκριμένος όρος είναι μνημείο βαρβαρότητας. Αν και χρησιμοποιείται ήδη στη βιβλιογραφία, πρέπει να διορθωθεί. Εμείς προτείναμε τον όρο «Ανάσυρση». 

Μιλάμε για κάθε αυτοματοποιημένη αναλυτική τεχνική για την ανάλυση ψηφιακών κειμένων και δεδομένων, με στόχο την παραγωγή πληροφοριών. Για τεχνολογία που βασίζεται στη συγκέντρωση και αποθήκευση τεράστιου όγκου δεδομένων (Big Data) της σύγχρονης ψηφιακής τεχνολογίας και λειτουργεί με βάση έναν εκάστοτε χρησιμοποιούμενο αλγόριθμο.

Η Οδηγία – και το παρόν νομοσχέδιο – δίνουν ελευθερία άσκησης αυτής της δραστηριότητας  σε ερευνητικούς οργανισμούς και ιδρύματα πολιτιστικής κληρονομιάς. Με την αναγκαία, όμως, προϋπόθεση, ότι έχουν νόμιμη πρόσβαση στο αντίστοιχο υλικό. 

Τα ερευνητικά ιδρύματα, με βάση τους ορισμούς, πρέπει να είναι μη κερδοσκοπικά ή – εάν είναι κερδοσκοπικά – να επανεπενδύουν όλα τα κέρδη τους στην έρευνα. 

Προσέξτε τι ακριβώς εισάγεται εδώ : Εάν ο οργανισμός επανεπενδύει όλα τα κέρδη του στην έρευνα από καταστατική υποχρέωση, τότε είναι και αυτός μη κερδοσκοπικός. Εάν, όμως, το μέτρο της λεγόμενης επανεπένδυσης προκύπτει από λογιστικά δεδομένα, από κατασκευασμένα λογιστικά δεδομένα, για να είμαστε ακριβέστεροι, τότε αποδίδουμε σε κερδοσκόπους ένα δικαίωμα που υποτίθεται ότι θεσμοθετείται μόνο για μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς (και μόνο γι’ αυτούς και αιτιολογείται και δικαιολογείται).

Στο άρθρο 10, που αφορά στη διάθεση και χρήση έργων για εκπαιδευτικούς σκοπούς : 

Εδώ υπάρχει μία ρύθμιση χωρίς δικλείδες ασφαλείας, η οποία καθιερώνει ένα καθεστώς με πολλούς κινδύνους. Ιδίως, αφήνει τα περιθώρια για μία  αλόγιστη – και απεριόριστη κατά το μέγεθος – διασπορά των έργων λόγου στο διαδίκτυο, με την επίκληση των συγκεκριμένων ρυθμίσεων, που παραβλέπουν συλλήβδην και την άδεια και την αμοιβή του δικαιούχου.

Από το άλλο μέρος, υπάρχει το πρόβλημα της εφαρμογής του περιορισμού στη χρήση/αναπαραγωγή αποσπασμάτων, μέχρι το ποσοστό 5% του έργου. Εάν δεν πρόκειται για επιστημονικά συγγράμματα, ο περιορισμός αποκλείει τη χρήση μιας ολιγοσέλιδης νουβέλας (όπου το 5% δεν μπορεί να συγκροτήσει ενότητα) ή  ενός διηγήματος ή ενός μικρού διηγήματος (σορτ-στόρυ), της μιας ή δύο σελίδων.     Όπως εξαιρούνται τα ποιήματα θα έπρεπε και εδώ να υπάρχει εξαίρεση, για να είναι δυνατή η χρήση τους σε φιλολογικά μαθήματα.

Προβληματική είναι και η διάταξη του άρθρου 14, που ενσωματώνει την διάταξη του άρθρου 12 της Οδηγίας. Η ενσωμάτωση αυτής, όμως, είναι προαιρετική και όχι υποχρεωτική. Η διάταξη ενσωματώνει στην ελληνική νομοθεσία, τις πρακτικές χορήγησης συλλογικών αδειών με διευρυμένη ισχύ. Πρακτικές από τις σκανδιναβικές χώρες. Στην Ελλάδα, όμως, δεν υπάρχει τέτοια παράδοση….

 Οι ρυθμίσεις αυτές παραβλέπουν τον ίδιο των πυρήνα των πνευματικών και συγγενικών δικαιωμάτων, την ατομική εξουσία διαχείρισης του ίδιου του δικαιούχου. Προβλέπεται ότι οι οργανισμοί θα μπορούν να εκπροσωπούν δικαιούχους χωρίς καμία σύμβαση και χωρίς καμία εξουσιοδότηση, ακόμα και χωρίς προηγούμενη ενημέρωση του δικαιούχου !  Και, ακόμα, χωρίς καμία πρόβλεψη για τον τρόπο απόδοσης των εισπραττομένων αμοιβών προς αυτούς που εκπροσωπήθηκαν χωρίς τη συμμετοχή και τη θέλησή τους.

Αντίθετα, η παράγραφος 3 δημιουργεί και πρόσθετη υποχρέωση στους δικαιούχους που δεν εκπροσωπούνται : να μεριμνήσουν αυτοί για την υποβολή δήλωσης αποκλεισμού προς κάθε οργανισμό, η οποία φαίνεται ότι δεν θα έχει και άμεσα αποτελέσματα.

Ερχόμαστε στη διάταξη του άρθρου 18, που θεσπίζει το νέο (συγγενικό) δικαίωμα του Εκδότη Τύπου, για την αναπαραγωγή και διάθεση εκδόσεων μέσω επιγραμμικών (δηλαδή ψηφιακών και διαδικτυακών) χρήσεων, από παρόχους υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας.

 Εδώ υπάρχει το κρίσιμο ζήτημα για το ποσοστό επί των αντίστοιχων ετησίων εσόδων των εκδοτών, το οποίο θα αποδίδουν αυτοί προς τους δημιουργούς. 

Και εδώ έχουμε μία ιδιότυπη νομική κατασκευή: Ενώ η αμοιβή του δημιουργού βασίζεται στο δικό του δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας, αυτό ασκείται και ικανοποιείται μόνο έμμεσα, στο πλαίσιο της άσκησης του συγγενικού δικαιώματος ενός τρίτου (του εκδότη).

Κατά τη γνώμη μας, το ποσοστό αυτό πρέπει να ανέρχεται τουλάχιστον στο ένα τρίτο (1/3) , όπως λ.χ. προβλέπεται στη Γερμανία – και όχι 25 ή 15 %, που προβλέπει η διάταξη.

Η συγκεκριμένη διάταξη είναι οπωσδήποτε ελλιπής στη διατύπωσή της. Είναι μία διάταξη “ανάπηρη”. 

Θα πρέπει να περιλαμβάνει ειδική πρόβλεψη ότι δεν επιτρέπεται συμφωνία μεταξύ εκδότη και εργαζόμενου για ενσωμάτωση του δικαιώματος του δεύτερου στον μισθό του, αν είναι μισθωτός, ή στη συμφωνούμενη αμοιβή του αν απασχολείται με οποιοδήποτε άλλο καθεστώς. Ούτε να συμψηφίζεται.

Αλλιώς, θα κατοχυρώσουμε μόνο το συγγενικό δικαίωμα του εκδότη και θα μείνει μετέωρο και ανασφαλές το πρωτογενές δικαίωμα του δημιουργού. Είναι υπαρκτός ο κίνδυνος να ικανοποιούνται, εν τέλει, οι δημιουργοί από τον εκδότη, μόνο εκουσίως και κατά τη βούληση αυτού.

Επίσης, δεν καθορίζει ένα πλήρες και ασφαλές πλαίσιο , αλλά και ένα σύστημα ελέγχου, για την είσπραξη και απόδοση των δικαιωμάτων. 

Τέλος, θα πρέπει να προβλέπεται ρητά ότι είναι άκυρη και οποιαδήποτε παραίτηση ή συμβατικός περιορισμός των δικαιωμάτων αυτών του δημιουργού. Και ότι την ακυρότητα θα μπορεί να την επικαλεσθεί οποτεδήποτε ο δημιουργός – και μόνο αυτός.

Μια διάταξη λοιπόν, που – ακόμα και αν ξεκινά με θετική σκοπιμότητα – όχι μόνο θα αποδειχθεί αναποτελεσματική αλλά θα δημιουργήσει και περισσότερα προβλήματα, χωρίς να λύνει ούτε το βασικό. 

Κατά τα λοιπά, είναι θετική η νομοτεχνική βελτίωση που προστέθηκε στη διάταξη. Αλλά δεν διορθώνονται όσα είπαμε παραπάνω.

Τα υπόλοιπα, τα είπαμε και στην Επιτροπή. Πρέπει εδώ να γίνουν δεκτές οι προτάσεις της ΕΣΗΕΑ. Ανάλογα πράγματα ισχύουν και στο άρθρο 20, όπου παραλείπεται να ορισθεί ο τύπος και η ικανοποίηση των δικαιωμάτων μένει και εδώ μετέωρος. Αναρωτιόμαστε αν η παράλειψη αυτή είναι απλή παραδρομή ή υποκρύπτεται κάτι άλλο.

Στο άρθρο 21, η κ. Υπουργός απέσυρε ήδη την αρχική παράγραφο 4, που αναιρούσε τον θεμελιώδη κανόνα του δικαίου της πνευματικής ιδιοκτησίας για την υποχρέωση καταβολής αμοιβής.

 Για αντίστοιχους λόγους πιστεύουμε ότι πρέπει να αφαιρεθεί και η παράγραφος 3 , που θεωρεί «κατάλληλη τη συμφωνηθείσα αμοιβή του δημιουργού αν το ύψος της προβλέπεται σε ισχύουσα συμφωνία που προέκυψε από συλλογικές διαπραγματεύσεις». Και αυτή η διάταξη καταστρατηγεί – και αναιρεί ουσιαστικά – το απόλυτο δικαίωμα του δημιουργού να ορίζει ο ίδιος ελεύθερα την αμοιβή του.

Προβληματικό είναι και το άρθρο 25

Στο άρθρο 47 παρ. 1 του νομοσχεδίου καταργείται (εσφαλμένα) η διάταξη του άρθρου 15 παρ. 5 του ν.2121/1993. Αυτή προέβλεπε ότι αυτός στον οποίο μεταβιβάζεται το περιουσιακό δικαίωμα ή του παρέχεται αποκλειστική άδεια εκμετάλλευσης, είχε την υποχρέωση, μέσα σε εύλογο χρόνο, να καταστήσει το έργο προσιτό στο κοινό με τον κατάλληλο τρόπο. 

Η προτεινόμενη διάταξη καταργεί την παραπάνω ρητή υποχρέωση εκείνων προς τους οποίους μεταβιβάστηκε το δικαίωμα ή δόθηκε η αποκλειστική άδεια εκμετάλλευσης. 

Και, για τις περιπτώσεις όπου δεν υλοποιείται η εκμετάλλευση, το όλο σύστημα υποκαθίσταται μόνο από το δικαίωμα του δημιουργού να ανακαλέσει ή να άρει την αποκλειστικότητα – και μάλιστα μόνο υπό προϋποθέσεις, ακόμα και στις περιπτώσεις αποκλειστικής άδειας.

Αυτή η ρύθμιση, η οποία, επιπλέον, αφήνει έξω από κάθε κάλυψη και προστασία τις περιπτώσεις μεταβίβασης του δικαιώματος, είναι αντίθετη με το σκοπό και το πνεύμα της Οδηγίας, στο μέτρο που αυτή αποβλέπει στη μεγαλύτερη εξασφάλιση του δημιουργού.

Στα άρθρα 31 έως 33 απαλείφεται το δικαίωμα του δικαιούχου να επιτρέπει ή να απαγορεύει τον δημόσιο δανεισμό των έργων του και εισάγεται ένα σύστημα αμοιβής, εύλογης αμοιβής όπως ορίζεται, ως αντιστάθμισμα.

Μάλιστα, στα άρθρα 33 και 34 αφαιρείται, πλέον, ο «δημόσιος δανεισμός» από τις (βάσει του άρθρου 3 παρ. 1 του ν.2121/1993) εξουσίες του περιουσιακού δικαιώματος των δημιουργών, για το πρωτότυπο ή το αντίτυπα  των έργων τους. 

Καταργείται, δηλαδή, ένα αποκλειστικό δικαίωμα – και μετατρέπεται σε απλή αξίωση για αποζημίωση εύλογης αμοιβής. Αυτό πιστεύουμε πως είναι αντίθετο στο διεθνές νομικό πλαίσιο και γι΄αυτό πρέπει οι διατάξεις αυτές να αποσυρθούν. 

Εμείς πιστεύουμε ότι πρέπει να διατηρηθεί και ο δημόσιος δανεισμός στο πλαίσιο άσκησης των πρωτογενών εξουσιών και δικαιωμάτων του άρθρου 3 του ν. 2121/1993.

Είναι μεγάλο πρόσθετο πρόβλημα ότι αυτές οι διατάξεις εξαιρούν εντελώς από το αντίστοιχο δικαίωμα όλους τους δημιουργούς εικαστικών τεχνών.

Τέλος, είναι εντελώς μετέωρος και δείχνει ολοκληρωτικά αυθαίρετος ο προσδιορισμός της συνολικής ετήσιας αμοιβής όλων των δικαιούχων, στην παράγραφο 3, στο ύψος των 350.000 ευρώ.

Κλείνοντας :

Για τη θέση και την ψήφο μας επί των άρθρων θα αναμένουμε μέχρι το τέλος της διαδικασίας, ευελπιστώντας σε διορθωτικές κινήσεις της κ. Υπουργού, όπου αυτό είναι δυνατόν – γιατί υπάρχουν και σημεία που μπορούν να διορθωθούν…

Ευχαριστώ.


Μόνη συζήτηση και ψήφιση επί της αρχής, των άρθρων και του συνόλου του σχεδίου νόμου: «Καθορισμός κανόνων σχετικά με την άσκηση των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και των συγγενικών δικαιωμάτων που ισχύουν για ορισμένες επιγραμμικές μεταδόσεις ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών και αναμεταδόσεις τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών προγραμμάτων, με τη διατήρηση υψηλού επιπέδου προστασίας των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και των συγγενικών δικαιωμάτων στην ψηφιακή ενιαία αγορά και με το δικαίωμα του δημοσίου δανεισμού και την αναπαραγωγή πρόσθετου αντιτύπου από μη κερδοσκοπικές βιβλιοθήκες ή αρχεία- Τροποποίηση ν. 2121/1993 και ν. 4481/2017 - Ενσωμάτωση των Οδηγιών (ΕΕ) 2019/789, (ΕΕ) 2019/790 και 2006/115/ΕΚ».

powered by social2s

Δύσκολα θα μάθεις τις δράσεις μας από τα ΜΜΕ της λίστας Πέτσα