Αναδημοσίευση από Defence - Point |Η ιδιαίτερη ενασχόληση με τον τομέα των εξοπλισμών της βουλευτού του ΜΕΡΑ25 Σοφίας Σακοράφα, με την ιδιότητα του μέλους της Ειδικής Διαρκούς Επιτροπής Εξοπλιστικών Προγραμμάτων και Συμβάσεων της Βουλής, δεν θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητη από το DP. Σε επαφή με το γραφείο της, ζητήσαμε να μας απαντήσει σε μερικά ερωτήματα που διευκρινίζουν τη στάση της ιδίας και του κόμματος.
Στην εισαγωγική μας παρατήρηση ότι μας εξέπληξε η κλιμάκωση των διαμαρτυριών της για τον τρόπο λειτουργίας της Επιτροπής επισήμανε ότι “δεν υπάρχουν περισσότερο ή λιγότερο πατριώτες”. Όμως η συνέχεια ήταν αφοπλιστική. “Δεν θα γίνουμε συνεργοί στην επίκληση του έκτακτου σε βάρος της κανονικότητας… Υπάρχουν και όρια!” Πάμε όμως να δούμε τη σύντομη συζήτηση που παρουσιάζει ενδιαφέρον.
Η ελληνική Κυβέρνηση μέσω και των εξοπλιστικών προγραμμάτων προσπαθεί να συγκροτήσει ένα δίκτυο ευνοϊκών σχέσεων, όχι τόσο προς όφελος της χώρας όσο, κυρίως, για την ίδια. Εσείς μπορείτε να αντιληφθείτε καλύτερα από τους μη ειδικούς, ότι αποδύεται σε μια επιχείρηση διεθνούς παρουσίας που εξαντλείται στην συγκυριακή κάθε φορά επιλογή, με ποιόν θα θερμάνουμε τις σχέσεις μας, πάντα μέσα στο κλειστό πλαίσιο του ΝΑΤΟ. Και αυτά ισχύουν μόνο στο βαθμό που μιλάμε για αυτόβουλες, κατά κάποιο τρόπο, κινήσεις και όχι για όσα υλοποιούνται κατ’ εντολή των ισχυρών δήθεν συμμάχων.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Μα η διεθνής δραστηριοποίηση αναπτύσσεται στο πλαίσιο μιας στρατηγικής τελευταία…
Οι κινήσεις μας είναι ανορθολογικές, ακριβώς γιατί δεν βασίζονται σε εθνικό σχεδιασμό. Ακόμα και οι τελευταίες προμήθειες από τη Γαλλία υλοποιήθηκαν μετά από ειδική άδεια-εντολή των ΗΠΑ, απλώς σε αντάλλαγμα μετά τη Συμφωνία AUKUS και τον αποκλεισμό της Γαλλίας από τη Συμφωνία με την Αυστραλία και τη Μεγάλη Βρετανία για τον Ειρηνικό. Θα πω και ένα χαρακτηριστικό, αρκετά παλιό, παράδειγμα. Είχαμε την ευκαιρία, στο παρελθόν, να διαλέξουμε αεροσκάφη, για μια επιβεβλημένη προμήθεια, μεταξύ των τότε πιο προηγμένων τεχνολογικά F-15 και των F-16, από τις ΗΠΑ.
Επελέγη από την Πολεμική Αεροπορία και την κυβέρνηση η παραμονή στα F-16 με σκοπό η χώρα να προμηθευτεί τα τέταρτης γενιάς -τότε- Eurofighter. Υπήρξαν κι άλλες αποφάσεις του ΚΥΣΕΑ μα έπρεπε να περάσουν 25 χρόνια και να βρεθούμε σε μια εξαιρετικά δυσμενή συγκυρία, για να αγοραστούν εσπευσμένα τα γαλλικά Rafale. Και όπως συνέβη με την περίπτωση των F-16, σε αντίθεση με την Τουρκία, ουδέποτε έγινε μια συμφωνία που θα κάλυπτε εξαρχής τις ελληνικές επιχειρησιακές ανάγκες σε βάθος χρόνου, ούτε προμηθευτήκαμε εγκαίρως κάποιο αεροσκάφος υπέρτερης τεχνολογίας.
Η χώρα έχει εθιστεί σε τμηματικές προμήθειες, οι οποίες στην περίπτωση των F-16, με την πάροδο των ετών και την εξέλιξη της τεχνολογίας ήταν διαφορετικών εκδόσεων. Παράλληλα, παρότι παραμέναμε πελάτες στις καινούργιες εκδόσεις, καθυστερούσαμε χαρακτηριστικά να εκσυγχρονίσουμε εγκαίρως τις παλαιότερες εκδόσεις που είχαμε σε υπηρεσία, ώστε να εξασφαλίζεται ομοιοτυπία, άρα οικονομίες κλίμακος στο επίπεδο της συντήρησης του αεροπορικού στόλου.
Σήμερα τρέχουμε πίσω από τις εξελίξεις και είμαστε εξαναγκασμένοι “στο +5” να αναβαθμίζουμε σε διαφορετικό επίπεδο κάθε έκδοση. Εάν αυτό δεν είναι χαρακτηριστικό δείγμα μη ορθολογικής και επιζήμιας για την αεροπορική ισχύ και την οικονομία πρακτικής, τότε τί είναι;
ΕΡΩΤΗΣΗ: Ποια λογική θα πρέπει να διέπει, κατά την άποψή σας, τα εξοπλιστικά μας προγράμματα;
Η βάσιμη αίσθηση που έχει όποιος παρακολουθεί τα πράγματα, είναι ότι δεν υπάρχει ένα σαφές υπόβαθρο, ένας σαφής προγραμματισμός και σχεδιασμός στην υλοποίηση των εξοπλιστικών προγραμμάτων. Οι εξοπλισμοί μας δεν μοιάζουν να αποτελούν βήματα υλοποίησης ενός μεσο-μακροπρόθεσμου σχεδίου ή και συγκεκριμένης στοχοθεσίας. Όλα μοιάζουν αποσπασματικά. Κι αυτό έχει καταστεί εξόφθαλμο.
Θα πω ενδεικτικά: Υποθέτουμε ότι υπάρχει η ανάγκη αποτροπής πιθανής απόβασης σ’ ένα νησί του Αιγαίου. Θεωρητικά, απαιτείται έρευνα για τα αντίστοιχα διαθέσιμα συστήματα που μπορούν να ικανοποιήσουν την επιχειρησιακή ανάγκη, για το κόστος καθενός από αυτά και μια ανάλυση – εκτίμηση για τα πλεονεκτήματα που προσφέρει το καθένα. Πιστεύω ότι όλοι, δηλαδή και η πολιτική και η στρατιωτική ηγεσία και τα κόμματα, έχουν πλέον πλήρη αντίληψη ως προς τις εξοπλιστικές ανάγκες. Και δεν υπάρχουν περισσότερο ή λιγότερο πατριώτες.
Επομένως, το κρίσιμο εδώ είναι να υπάρξει, με ευθύνη της Κυβέρνησης, της εκάστοτε Κυβέρνησης, με την αναγκαία εθνική συναίνεση, η κατάρτιση ενός μεσο-μακροπρόθεσμου εξοπλιστικού προγράμματος, όπως άλλωστε προβλέπει και η σχετική νομοθεσία. Επίσης, αποτελεί κυβερνητική υποχρέωση η δημιουργία του κατάλληλου περιβάλλοντος συνεργασίας και εμπλοκής των ελληνικών βιομηχανιών, κρατικών ή ιδιωτικών, μικρών ή μεγάλων, που δραστηριοποιούνται στον τομέα της άμυνας και της τεχνολογίας. Η συστηματική απαξίωση της δυναμικής των παραγωγικών δυνάμεων της αμυντικής βιομηχανίας στην Ελλάδα αποτελεί ένα διαχρονικό, πια, έγκλημα.
Τα λεγόμενα αντισταθμιστικά οφέλη και η ελληνική συμμετοχή στα εξοπλιστικά προγράμματα υπάρχουν μόνο στο ιστορικό παρελθόν, πολλά χρόνια πίσω. Να μην ξεχνάμε, επίσης, ότι και η μνημονιακή πραγματικότητα έδιωξε πολύτιμο προσωπικό, με αξία, τεχνογνωσία και εμπειρία στο αντικείμενο, προς το εξωτερικό. Όλα αυτά έχουν συνέπειες για τη συνέχεια και την προοπτική της αμυντικής βιομηχανίας στην Ελλάδα.
Και όμως, η χώρα μας, ακριβώς λόγω της ιδιαιτερότητας των αναγκών που αντιμετωπίζει, θα έπρεπε να είναι πρώτη, αναλογικά, παγκοσμίως στην ανάπτυξη και εκμετάλλευση της κατά το δυνατόν μεγαλύτερης σε ποσοστό αυτοδύναμης παραγωγής σε αυτόν τον τομέα. Αναρωτιέμαι αν θα γίνει ποτέ στην Ελλάδα συζήτηση για αυτό το θέμα, όπως και για τις αιτίες και τις ευθύνες που μας οδήγησαν σε αυτό το σημείο.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Στις δύο προηγούμενες συνεδριάσεις της Επιτροπής Εξοπλιστικών της Βουλής θέσατε κάποια θέματα. Για τη Δευτέρα διαβάζουμε ότι έχει οριστεί και νέα συνεδρίαση της Επιτροπής. Εξακολουθείτε να ανησυχείτε;
Τα ζητήματα που θίγουμε δεν είναι συγκυριακά αλλά διαχρονικά. Δεν ξεκίνησαν με την κυβέρνηση Μητσοτάκη, ούτε θα τελειώσουν με αυτήν. Εδώ, όμως, έχουμε φτάσει σε ένα σημείο που δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια. Αν δεν υπάρξει άμεσα αλλαγή στην πρακτική μας, οι βλάβες θα είναι ανήκεστες. Εμείς πιστεύουμε ότι δεν έχουμε πλέον δικαίωμα να σιωπούμε. Ο ελληνικός λαός πληρώνει πάρα πολλά για την αμυντική θωράκιση της χώρας και αυτό πρέπει να γίνεται και ορθολογικά και αποδοτικά.
Το ότι ακολουθούνται διαδικασίες που απαξιώνουν τους κοινοβουλευτικούς θεσμούς είναι το λιγότερο, μάλλον, απέναντι στην περιφρόνηση των κόπων και των οικονομικών θυσιών του ελληνικού λαού αλλά και συνιστούν ουσιαστική υπονόμευση του μέλλοντος. Γι’ αυτό και αναγκαστήκαμε να θέσουμε τα θέματα στην Επιτροπή, στις τελευταίες συνεδριάσεις, με αφορμή συγκεκριμένες ασαφείς και ατεκμηρίωτες εισηγήσεις για δαπανηρά προγράμματα.
Μπορώ να σας ενημερώσω επίσης, ότι έστειλα και επιστολή με αυτό το περιεχόμενο προς τον Πρόεδρο της Επιτροπής, τον κ. Δαβάκη, με κοινοποίηση προς όλα τα μέλη της. Είναι κρίσιμο να δούμε, πώς θα λειτουργήσουμε όλοι στη συνέχεια, απέναντι στις ευθύνες μας για αυτά τα ζητήματα. Εμείς έχουμε επανειλημμένα και με τεκμηρίωση προειδοποιήσει!