Σήμερα καλούμαστε να συζητήσουμε για την κύρωση δύο συμφωνιών του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας με το αντίστοιχο των ΗΠΑ, για τον αμοιβαίο εφοδιασμό καυσίμων για πολεμικό ναυτικό και πολεμική αεροπορία, αντίστοιχα.
Είναι αναγκαίο να ξεκινήσω με μία επισήμανση : Με βάση τη μέχρι σήμερα πρακτική και εμπειρία, τέτοιου είδους συμφωνίες (στρατιωτικές, με ΝΑΤΟ κλπ.) δεν συνηθίζεται να έρχονται στη Βουλή για κύρωση. Είναι τουλάχιστον περίεργο, ότι, ειδικά αυτές οι δύο συμφωνίες, για κάποιο λόγο, θεωρείται ότι εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 36 παράγραφος 2 του Συντάγματος. Και έτσι, ειδικά γι’ αυτές, απαιτείται νομοθετική κύρωση, αφού, όπως ρητά αναφέρει η αιτιολογική έκθεση, θεωρούνται «ως διεθνείς συμφωνίες για το εμπόριο και την οικονομική συνεργασία». Εύλογα λοιπόν δημιουργείται το ερώτημα: Εντέλει, δεν πρόκειται για τυπικές συμβάσεις συμμαχικής /αμυντικής συνεργασίας ; Είναι εμπορικές συμφωνίες της χώρας μας με τις ΗΠΑ, τις οποίες – απλώς – συνάπτει το ΥΠΕΘΑ ;
Και οι δύο συμφωνίες ακολουθούν την τυπική φόρμα των αντίστοιχων συμφωνιών που συνάπτουν οι ΗΠΑ με τους συμμάχους τους. Το ουσιαστικό αντικείμενό τους είναι η δημιουργία ενός δικτύου στρατιωτικής διαχείρισης (military logistics) των ΗΠΑ, είτε για την άμεση από αυτές η χρήση είτε προς όφελος της κυριαρχίας τους, με τη συμμετοχή και τρίτων κρατών.
Οι συγκεκριμένες συμφωνίες, προβλέπουν τη δυνατότητα για τον ανεφοδιασμό πολεμικών αεροσκαφών, ιπτάμενων μέσων και πλοίων, χωρίς να απαιτείται άμεση καταβολή – ή προπληρωμή – της αξίας των καυσίμων. Ο εφοδιασμός αυτός, μάλιστα, θα αφορά και σε όλες τις χώρες που έχουν συνάψει αντίστοιχη συμφωνία με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ακόμα, προβλέπεται η δυνατότητα Ποσοτικού διακανονισμού χορηγηθέντων καυσίμων, καθώς και η δυνατότητα εφοδιασμού, μέσω της Ελλάδας, και σκαφών μη κυριότητας του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας (και έχει και αυτό το στοιχείο σημασία, κύριοι συνάδελφοι).
Πρόκειται για “συμφωνίες-φασόν”. Έχουν το ίδιο περιεχόμενο με όσες αντίστοιχες συνάπτουν οι ΗΠΑ, με πλήθος συμμαχικών τους χωρών. Θα μου επιτρέψετε λοιπόν, να πω, ότι για τέτοιες “συμφωνίες-καρμπόν”, μόνο εικονικά μπορεί να γίνεται λόγος για “διαπραγμάτευση”. Οι ταυτόσημες προβλέψεις σε δεκάδες συμβάσεις των ΗΠΑ με συμμαχικά τους κράτη, δεν αφήνει περιθώρια για επίκληση οποιαδήποτε δήθεν επιτυχίας, που δήθεν αποτέλεσε αντικείμενο οιασδήποτε διαπραγμάτευσης.
Εξάλλου, η διατύπωση των συμφωνιών για δήθεν “αμοιβαίο εφοδιασμό” είναι, προφανώς, εικονική και παραπλανητική. Η εκτέλεση των συμβάσεων θα αφορά, στην ουσία, την υποχρέωση προμήθειας καυσίμων από εμάς προς τις ΗΠΑ (αλλά και συμμάχους τους) και, συγκριτικά, ελάχιστες έως μηδαμινές προμήθειες προς τη χώρα μας.
Η αλήθεια είναι ότι έγινε μία προσπάθεια, κατά τη διαδικασία της Επιτροπής, να αναδειχθεί κάποια ωφέλεια των Συμφωνιών αυτών για την χώρα μας, μέσω και της αμοιβαιότητας που τις διέπει. Κατ΄αρχήν, είναι βέβαιο ότι όλα τα μέχρι σήμερα στοιχεία αφορούν, όπως άλλωστε και ειπώθηκε, περιστασιακές άτυπες διευκολύνσεις ανεφοδιασμού. Δεν μπορεί, λοιπόν, να συγκρίνονται με το πλαίσιο υποχρεώσεων που διαμορφώνουν οι συγκεκριμένες συμφωνίες. Ακόμα και από αυτά τα στοιχεία, όμως, θα αναφέρω ότι για την αεροπορία, π.χ., για το 2018, προκύπτει ότι προμηθεύσαμε 62 φορές περισσότερα καύσιμα από όσα προμηθευτήκαμε.
Εδώ, θα κάνω και μία άλλη παρένθεση: Ακούσαμε ότι οι συμφωνίες θα είναι χρήσιμες για τη χώρα μας, επειδή δεν διαθέτουμε συγκεκριμένο τύπο καυσίμων για ελικόπτερα και αεροσκάφη, και, έτσι, τα προμηθευόμαστε από τις ΗΠΑ. Το ερώτημα είναι αυτονόητο : Πότε επιτέλους θα μπορούμε να έχουμε αυτά τα καύσιμα χωρίς μεσολάβηση από τις ΗΠΑ ; Ξέρετε, εδώ τίθεται το θεμελιώδες ζήτημα της αυτονομίας. Εάν για κάποιους λόγους σε κάποια δεδομένη συγκυρία, οι ΗΠΑ έστω και πρόσκαιρα κλείσουν αυτήν η στρόφιγγα, είναι δυνατόν να αχρηστεύονται ακόμα και τα πλέον σύγχρονα οπλικά μας συστήματα !
Από την πραγματικότητα προκύπτει ότι είναι και προσχηματικό, το περιεχόμενο των Αιτιολογικών Εκθέσεων, ως προς την ωφέλεια και την αμοιβαιότητα. Γράφουν ότι οι Συμφωνίες κρίνονται επωφελείς για τη χώρα μας, γιατί συμβάλλουν θετικά στον ανεφοδιασμό της Πολεμικής μας Αεροπορίας και του Πολεμικού Ναυτικού.
Αλήθεια, θα ήταν ενδιαφέρον να ακούσουμε κάποια παραδείγματα προοπτικής εκτέλεσης αυτών των συμφωνιών, για προμήθειες καυσίμων σε ελληνικά πολεμικά πλοία, αεροσκάφη και ιπτάμενα μέσα. Η αναφορά μεμονωμένων περιστατικών, όπως ο εφοδιασμός λ.χ. ελληνικού ελικοπτέρου στη Σούδα, δεν μπορεί να συσκοτίσει τη συνολική πραγματική εικόνα.
Σε ποιες αποστολές – προφανώς εκτός Ελλάδας – μπορεί να είναι χρήσιμη για μας η εφαρμογή αυτών των συμβάσεων ; Εντέλει, μιλάμε μόνο για δράσεις μακριά από την επικράτειά μας, δηλαδή για περιπτώσεις που δεν συνδέονται με την ελληνική εθνική άμυνα και την εθνική αποστολή.
Στο σημείο αυτό, υπάρχει και μία κρίσιμη διάσταση, κύριοι Συνάδελφοι : Ελληνικά πολεμικά πλοία ή αεροσκάφη συμμετείχαν στο παρελθόν και ίσως να συμμετάσχουν και στο μέλλον σε νατοϊκές ασκήσεις ή και επιχειρήσεις μακριά από την χώρα μας. Η απουσία τους, όμως, αναπόφευκτα, αποδυναμώνει την αμυντική μας διάταξη και μειώνει τη συνολική αμυντική μας ικανότητα.
Εν πάση περιπτώσει, ας επανέλθουμε στις συμφωνίες :
Είναι βέβαιο ότι πρόκειται, και πάλι, για δύο ιδιαίτερα ετεροβαρείς συμφωνίες, με τις οποίες καλύπτονται οι ανάγκες ανεφοδιασμού του πολεμικού ναυτικού και αεροπορίας των ΗΠΑ – αλλά και των συμμάχων τους – στη χώρα μας.
Και μάλιστα στη σημερινή συγκυρία, που η ένταση στην ευρύτερη περιοχή μας αυξάνει επικίνδυνα.
Με την υπογραφή τους δεσμευόμαστε να προσφέρουμε ανεφοδιασμό και μάλιστα όχι μόνο στις ΗΠΑ. Αλλά και σε συμμάχους τους, που έχουν συνάψει αντίστοιχες Συμφωνίες με αυτές. Συμμάχους των ΗΠΑ που μετέχουν σε συγκρούσεις, όπως – ενδεικτικά – η Τουρκία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Η γονατισμένη από τα μνημόνια Ελλάδα, καταδικασμένη από αυτά και στην υποχρηματοδότηση των ενόπλων της δυνάμεων, θα υποχρεούται πλέον να παρέχει και τέτοιου είδους διευκολύνσεις προς τις ΗΠΑ και τους δορυφόρους τους.
Τονίζω ιδιαίτερα την οικονομική κατάσταση της χώρας μας, γιατί εδώ έχουμε ένα ακόμα παράδοξο : Οι μνημονιακές πολιτικές αποτελούν την θηλιά που πνίγει την ήδη καχεκτική οικονομία της χώρας μας. Και είναι, βεβαίως, γνωστό ότι για τη μνημονιακή πορεία της Ελλάδας φέρουν σοβαρή ευθύνη τόσο οι ΗΠΑ (μέσω του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου) όσο και η Γερμανία (μέσω της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής). Και όμως, αντίθετα με ό,τι συμβαίνει για τη μνημονιακή Ελλάδα, οι ίδιες αυτές χώρες, προσφέρουν σανίδα σωτηρίας για την τουρκική Λίρα και γενικότερα για την οικονομία της Τουρκίας. Τονίζω : Σήμερα, που η Τουρκία κλιμακώνει την πολιτική της εναντίον της Χώρας μας και στρέφεται ευθέως εναντίον της εθνικής μας κυριαρχίας.
Η σημερινή ιστορική συγκυρία, αποδεικνύει ότι, δυστυχώς, η ελληνική πολιτική συμμαχιών δεν έχει κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα απέναντι στην κλιμακούμενη πολιτική του Ερντογάν στην Ανατολική Μεσόγειο. Μια επιθετική πολιτική που στρέφεται ευθέως εναντίον κυριαρχικών δικαιωμάτων τόσο της Ελλάδας όσο και της Κύπρου.
Με βάση όλα αυτά, και πέρα από όσα ήδη αναφέραμε – και ισχύουν – για την ίδια τη φύση και το περιεχόμενο των συγκεκριμένων συμφωνιών, θεωρούμε ότι είναι εθνικά επιβεβλημένη η καταψήφιση των συγκεκριμένων συμφωνιών. Γι’ αυτό και το Κόμμα μας, το ΜέΡΑ25, θα καταψηφίσει τις συμφωνίες αυτές, τόσο επί της αρχής όσο και στα άρθρα.
Η αρνητική στάση μας, ενισχύει ουσιαστικά τη διαπραγματευτική τακτική μιας ελληνικής κυβέρνησης απέναντι στις ΗΠΑ, στο βαθμό που θα είχε, πράγματι, την πρόθεση να επιτύχει τα μεγαλύτερα δυνατά οφέλη για τη χώρα μας.
Και κάτι τελευταίο : Εμείς τουλάχιστον, από τη μεριά μας, πέρα από τα υπόλοιπα, δεν θεωρούμε ότι μπορεί να αποβεί επωφελής για τα εθνικά μας συμφέροντα η πολιτική “του πάντα πρόθυμου και δεδομένου συμμάχου”. Η πολιτική αυτή υλοποιείται και με τις συμφωνίες που συζητάμε σήμερα.
Θα ευχόμασταν πραγματικά, οι αφελείς και ατελέσφορες τακτικές της “δεδομένης συμμάχου” να μην έχουν ήδη προκαλέσει ανήκεστο βλάβη στη διεθνή προοπτική της χώρας μας και στην πραγματική προστασία των εθνικών μας συμφερόντων.